Η μπροσούρα “Αποσπάσματα ημερολογίου από το Μεξικό και την 1η Διηπειρωτική Συνάντηση, Chiapas 1996” εκδόθηκε από τις «Εναλλακτικές Εκδόσεις Νότιος Άνεμος» και τυπώθηκε σε 1.000 αντίτυπα τον Σεπτέμβρη του 2021 στην Αθήνα. Διατίθεται στην Κατάληψη "Λέλας Καραγιάννη 37" και στο αναρχικό- αντιεξουσιαστικό στέκι "Αντίπνοια" στην Αθήνα, στις Καταλήψεις "Mundo Nuevo" και "Libertatia" στη Θεσσαλονίκη και σε ανοιχτές εκδηλώσεις.
ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΞΙΚΟ ΚΑΙ ΤΗΝ 1η ΔΙΗΠΕΙΡΩΤΙΚΗ ΣΥΝΑΝΤΗΣΗ, CHIAPAS 1996
Στον Αλκιβιάδη, τη Ρωξάνη, τον Οδυσσέα, τη Μαρίνα,
το Λευτέρη, τη Δήμητρα, την Αναστασία, την Ιωάννα, τη Χαρά,
τον Κάρολο, τον Κωνσταντίνο, τον Έκτορα
και σε όλα τα παιδιά που κουβαλούν μέσα τους έναν καινούριο κόσμο…
Ένα μεγάλο ευχαριστώ στη φίλη και συντρόφισσα Γιώτα που έκανε την επιμέλεια του κειμένου.
Η μπροσούρα “Αποσπάσματα ημερολογίου από το Μεξικό και την 1η Διηπειρωτική Συνάντηση, Chiapas 1996” εκδόθηκε από τις «Εναλλακτικές Εκδόσεις Νότιος Άνεμος» και τυπώθηκε σε 1.000 αντίτυπα τον Σεπτέμβρη του 2021 στην Αθήνα.
22 Ιούλη 1996, άφιξη στην Αμερική
Η visa που συμπληρώνεις ήδη από το αεροπλάνο σε προϊδεάζει για την αστυνομοκρατία στο Μεξικό. Πρέπει να συμπληρώσεις, εκτός από τα στοιχεία σου, το πού ακριβώς σκοπεύεις να πας και να την έχεις συνεχώς επάνω σου σε περίπτωση αστυνομικού ελέγχου.
[…]
Μια έντονη γλυκερή μυρωδιά απλώνεται παντού. Ένα αεροδρόμιο που είναι και δεν είναι σαν όλα τ’ άλλα. Γεμάτο φωτεινές επιγραφές και μπάτσους, απ’ όπου όμως τα ρολόγια απουσιάζουν παντελώς ή εγώ τουλάχιστον δεν αντιλήφθηκα κανένα. Λες να σταμάτησε εδώ ο χρόνος με τον τρόπο που μετράει στην Ευρώπη; Δεν βρήκα αυτόν που θα με περίμενε…
[…]
Ciudad de Mexico. Ο καιρός μουντός και τα κτίρια παλιά και κιτρινισμένα. Μια ακόμη τεράστια και χαοτική μητρόπολη. Ο χρόνος επιστρέφει και με προσγειώνει απότομα. Στο μετρό πλήθη κόσμου πάνε κι έρχονται τρέχοντας, προκαλώντας μου απελπισία. Σε κάθε είσοδο υπάρχουν μπάτσοι, ντυμένοι στα μπλε, με άσπρα γάντια κι άσπρα γκλομπ. Μια αφίσα γράφει: «Η αστυνομία σε χρειάζεται. Κατατάξου σ’ αυτήν». Σε κάθε γωνιά, στα μαγαζιά, στο μετρό, παντού, μπάτσοι όλων των ειδών και των χρωμάτων, άλλοι στα μπλε κι άλλοι στα χακί, οι περισσότεροι μιγάδες και πολλοί με έντονα ιθαγενικά χαρακτηριστικά.
Στους δρόμους μια πανσπερμία χρωμάτων, κι όμως η πόλη μου φαίνεται γκρίζα και μουντή, μελαγχολική και βρώμικη. Απογοήτευση… Δεν ξέρω τι περίμενα, πάντως όλα μοιάζουν βαριά κι αταίριαστα μεταξύ τους. Τα μεγάλα γυάλινα κτίρια και τα παλιά κόκκινα σπίτια με τους θυρεούς, οι διαφημίσεις με τα κομπιούτερ κι οι βρώμικες επιγραφές με τις στάσεις που άργησα να αναγνωρίσω. Κάθε στάση κι ένα σήμα, μια ιδιαίτερη ζωγραφιά. Αναγνωρίζω ένα ινδιάνικο σχέδιο σε μια από αυτές: στάση Μοντεζούμα.
Η επικοινωνία δύσκολη μιας κι όλοι σχεδόν μιλούν μόνο τα ισπανικά. Οι άνθρωποι είναι ευγενικοί, με δυσκολία όμως συνεννοούμαι μαζί τους. Επιγραφές με τη φωτογραφία του προέδρου Zendillo και προτροπές που αδυνατώ να μεταφράσω. Οι λευκοί είναι ελάχιστοι.
Νιώθω σαν χαμένη εδώ, αλλά και ταυτόχρονα σα να έχω ξανάρθει, αναγνωρίζοντας διάφορες αποσπασματικές εικόνες.
Ένας μπάτσος στέκει στην αποβάθρα του μετρό με ένα λουλούδι στο χέρι και το προσφέρει, χωρίς ανταπόκριση, στις περαστικές! Τα βλέμματα των αντρών επιθετικά και περίεργα. Τα πρόσωπα καταβεβλημένα. Από παντού ξεφυτρώνουν μαγαζιά με φάρμακα από ινδιάνικες συνταγές. Όπως πάντα, παίρνω το δρόμο προς λάθος κατεύθυνση. Στο TAPO, το σταθμό των λεωφορείων για το νότιο Μεξικό, κάθομαι και περιμένω έναν υπάλληλο, τον μόνο ίσως που ξέρει λίγα αγγλικά, για να κλείσω εισιτήριο για την Τσιάπας. Χάνομαι πάλι. Δεν βρίσκω την έξοδο.
[…]
Αφίσες του ακροδεξιού κόμματος PAN, οι μόνες που πρόσεξα στο κέντρο της πόλης, στο Zocalo. Κάθομαι σε ένα εστιατόριο να φάω. Κοιτάω με απελπισία το γκαρσόνι στην προσπάθειά μου να του δώσω να καταλάβει τι θέλω να παραγγείλω… Στους δρόμους, κάτι μικρά ταξί, παλιά φολκσβάγκεν, ασπροκίτρινα και ασπροπράσινα. Τα λεωφορεία, μικρά κι αυτά, μοιάζουν να σταματούν οπουδήποτε με ένα νεύμα και μόνο. Κάποιος πηδάει κάτω την τελευταία στιγμή, ενώ το λεωφορείο είναι σε κίνηση.
Το κέντρο γεμάτο πλανόδιους πωλητές και μικρά μαγαζιά. Στα υπαίθρια εφημεριδοπωλεία, αμερικάνικα περιοδικά και ντόπιες εφημερίδες. Κάποιος φωνάζει με μια ντουντούκα, έξω από ένα μαγαζί. Τι να λέει άραγε;
Νιώθω τελείως ξένη, μια λευκή ανάμεσα σε μιγάδες και ινδιάνους.
[…]
Το πολύωρο ταξίδι, οι έντονες εναλλαγές και το μεγάλο υψόμετρο με κούρασαν. Εξαντλημένη, επιστρέφω στο ξενοδοχείο, ένα παράξενο, παλιό αποικιακό σπίτι, με κόκκινους τοίχους και εσωτερική σκάλα με τεράστιο άνοιγμα. Δεν ξέρω αν έκανα καλά που ήρθα εδώ. Θέλω να γυρίσω πίσω. Αισθάνομαι σαν ξεριζωμένη, χωρίς ταυτότητα ή μάλλον με μια ταυτότητα επιβεβλημένη. Λευκή.
23-24 Ιούλη 1996, ταξίδι στο μεξικάνικο νότο
Σήμερα η μεξικάνικη μητρόπολη μου φαίνεται πιο ζωντανή. Ο ήλιος εναλλάσσεται με τη συννεφιά και ένα πλήθος από μικρά πολύχρωμα μαγαζιά γύρω μου, πλημμυρισμένα από μουσικές ladino, δίνουν την αίσθηση ενός άλλου κόσμου. Είναι η στιγμή που συνειδητοποιώ για τα καλά πού βρίσκομαι.
[…]
Στο σταθμό επιγραφές: «Απαγορεύεται η μεταφορά όπλων και εκρηκτικών». Στο λεωφορείο για το Σαν Κριστόμπαλ, έλεγχος των αποσκευών από τους μπάτσους. Το μακρύ ταξίδι για την Τσιάπας αρχίζει.
Αφήνοντας την Πόλη του Μεξικό, περνάμε μέσα από φτωχογειτονιές και βιομηχανικές περιοχές. Η φτώχεια είναι παντού η ίδια στον κόσμο. Σαν τον μουντό και μελαγχολικό καιρό που προμηνύει βροχή.
Προσπαθώ να συγκρατήσω στο μυαλό μου τις αποσπασματικές εικόνες που εναλλάσσονται με ταχύτητα. Το γκρίζο της βιομηχανικής ζώνης και τα πολύχρωμα, κόκκινα, κίτρινα, ροζ και πράσινα χαμόσπιτα, τα μαγαζιά και τα συνεργεία μιας φτωχογειτονιάς. Λίγο πιο κάτω, μια άλλη γειτονιά, φτωχότερη αυτή κι εντελώς άχρωμη. Πρόχειρα σπίτια από τούβλα ασοβάτιστα που θυμίζουν αυθαίρετα στο Πέραμα.
[…]
Στα σύνορα της Πουέμπλα, νέος έλεγχος των επιβατών. Οι μπάτσοι με τα αυτόματα στα χέρια.
Εδώ βρισκόμαστε στην ύπαιθρο. Στα πόδια μας, απλώνεται μια πεδιάδα με πολλά μικρά χωράφια και διάσπαρτους αγροτικούς καταυλισμούς. Τα βουνά της Sierra Madre, αλλού στρογγυλεμένα κι αλλού αιχμηρά, δεσπόζουν στο απέραντο τοπίο. Οι κορυφές των ηφαιστείων, χιονισμένες, χάνονται μέσα στα σύννεφα, κάτω από έναν καταγάλανο ουρανό. Η ομορφιά σού κόβει την ανάσα.
[…]
Στα σύνορα της Οαχάκα, στους σταθμούς των διοδίων, παντού, η παρουσία του στρατού μαζί με τους μπάτσους υπενθυμίζει ότι ο μεξικάνικος νότος βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση. Νεαροί άνδρες, με αδρά ιθαγενικά χαρακτηριστικά που οι στολές μοιάζουν παράταιρες πάνω τους. Εξανδραποδισμένοι…
[…]
Όταν μπήκαμε στην Τσιάπας, η κούραση με είχε καταβάλει και κοιμόμουν. Ανοίγοντας τα μάτια στο σκοτάδι, ξαφνιάζομαι. Φοίνικες καθρεφτίζονται στα νερά μιας λίμνης κάτω από τη λάμψη του φεγγαριού. Πιο κάτω, αυτοσχέδιες παράγκες με φρούτα, πρόχειρα μαγειρεία και ταβέρνες και πλήθος Τσιαπανέκων, παρά το προχωρημένο της νύχτας. Παρόλα τα σημάδια της φτώχειας, με πλημμυρίζει μια ζωντάνια και μια ανάλαφρη αίσθηση απόλαυσης της ζωής.
[…]
Με ξαναπαίρνει ο ύπνος. Ξυπνώντας μέσα στη νύχτα, αντικρίζω τις εγκαταστάσεις της Nestlé και άλλων πολυεθνικών, μνημεία των μοντέρνων κονκισταδόρων που εδραιώνουν την κυριαρχία τους στη γη των Μάγιας. Δίπλα τους, οι άθλιοι καταυλισμοί των εργατών.
[…]
Χάραμα. Μικρά ροζ σύννεφα ξεχωρίζουν ψηλά στον καθαρό ουρανό. Πλησιάζοντας στο Σαν Κριστόμπαλ, η βλάστηση πυκνώνει, τα βουνά που υψώνονται ολόγυρα προκαλούν δέος. Χαμηλά, απλώνεται μια τεράστια πεδιάδα. Ένας τόπος μυθικός. Σκέφτομαι πως σ’ έναν τέτοιο τόπο μόνον εκείνοι που γεννήθηκαν απ’ αυτόν αξίζει να τον ζουν.
Στο δρόμο συναντάμε καταυλισμούς ινδιάνων. Ξημερώνει και το μεροκάματο στα χωράφια αρχίζει. Οι άντρες ντυμένοι με κόκκινα πάντσο και οι γυναίκες με κόκκινα και μωβ, ξεκινούν για δουλειά.
[…]
Η πρώτη εικόνα στο σταθμό των λεωφορείων δεν έχει καμία σχέση με την περιβόητη γραφικότητα του Σαν Κριστόμπαλ. Κοιτάζοντας τους ινδιάνους να πουλάνε τις πραμάτειες τους στο σταθμό, σκέφτομαι την έφοδο των Iνδιάνων στην πόλη στην εξέγερση του περασμένου αιώνα. Μια πινακίδα προειδοποιεί: «Απαγορεύονται τα όπλα και τα μαχαίρια».
Ένας πιτσιρίκος θέλει να μου πουλήσει εφημερίδα. Επιμένει. Μου δείχνει την τελευταία σελίδα που αναφέρεται στον EZLN και σε επεισόδια που έγιναν στο Σαν Κριστόμπαλ ανάμεσα στους αυτόχθονες και την αστυνομία. Είναι η τοπική εφημερίδα Quadro Poder. Προσπαθώ να αποκωδικοποιήσω τι λέει. Φαίνεται πως τις τελευταίες μέρες έγινε συμπλοκή ανάμεσα στην αστυνομία και Iνδιάνους που επέβαιναν σε φορτηγό με οπλισμό. Όσοι διέφυγαν, καταζητούνται. Αυτόχθονες στρατοπέδευσαν έξω από τα κρατητήρια απαιτώντας την απελευθέρωση των συλληφθέντων. Ένα άλλο άρθρο αναφέρεται στο Δεύτερο Εθνικό Συνέδριο του EZLN με πολυάριθμες εθνότητες του Μεξικό και στον ερχομό των ξένων συμπαραστατών του…
Βλέπω για πρώτη φορά συνθήματα του EZLN και των φοιτητών στους δρόμους. Μια τεράστια επιγραφή λέει: «1996: ΕΤΟΣ ΕΙΡΗΝΗΣ ΚΑΙ ΣΥΜΦΙΛΙΩΣΗΣ ΣΤΗΝ ΤΣΙΑΠΑΣ»…!
25 Ιούλη, Σαν Κριστόμπαλ
Μια περιπλάνηση στο Σαν Κριστόμπαλ, ιδίως στις παρυφές της πόλης, αποκαλύπτει το πραγματικό της πρόσωπο πίσω από τη γραφική τουριστική εικόνα που συναντάς στο κέντρο, Περνώντας από τη λαϊκή αγορά, το mercado, φθάνεις στις πλαγιές των λόφων όπου απλώνονται τα παραπήγματα των ινδιάνων. Στο κέντρο της πόλης γίνονται σχεδόν καθημερινά αποκλεισμοί και συγκεντρώσεις, όπως για παράδειγμα συγκεντρώσεις των αυτόχθονων ενάντια στις τοπικές αρχές της Τσιάπας, αλλά και των ladinos της συνοικίας της 14ης Σεπτέμβρη που γειτονεύει με τα παραπήγματα των ινδιάνων, οι οποίοι ζητούν την εκδίωξή τους… Ενδεικτικό για το κλίμα που επικρατεί στην περιοχή είναι ότι το 1994 είχε γίνει αιματηρή σύγκρουση μεταξύ των ινδιάνων του καταυλισμού La Fourmiya (Το Μυρμήγκι) και των ινδιάνων Chamula που ελέγχονται από το κυβερνητικό κόμμα PRI, με το πρόσχημα ότι το έδαφος της La Fourmiya ανήκει στους Chamula. Όλες οι ινδιάνικες κοινότητες έχουν όπλα για λόγους αυτοάμυνας.
[…]
Γιατί οι Chamula και οι αυτοαποκαλούμενοι Lacandones (οι αυθεντικοί θεωρείται πως εξαφανίστηκαν) είναι ελεγχόμενοι από το PRI και κατά συνέπεια εχθρικοί προς τον EZLN; Οι υπόλοιπες ιθαγενείς κοινότητες (των Chol, των Tzeltal, των Tzotzil, των Tojolabal κ.ά.) από τις οποίες κυρίως αντλεί μαχητές ο EZLN έχουν μια ιστορία μόλις πενήντα χρόνων στη Selva, όπου έχουν μεταναστεύσει από άλλες περιοχές, και δεσμούς ανύπαρκτους με το Κόμμα- Κράτος του PRI. Αντιθέτως, οι Chamula και οι Lacandones έχουν μια μακρά ιστορία στην περιοχή τους κι έχουν δομήσει ισχυρούς δεσμούς με το PRI που κυβερνά δικτατορικά τη χώρα τα τελευταία εβδομήντα χρόνια. Οι Chamula μάλιστα έχουν τη φήμη ότι είναι ιδιαίτερα επιθετικοί (ανάμνηση ίσως της αιματηρής επίθεσής τους στο Σαν Κριστόμπαλ στη μεγάλη εξέγερση του 19ου αιώνα). Υπήρξαν βέβαια και Chamula που πήραν το μέρος των ζαπατίστας, αλλά διώχτηκαν από τις κοινότητές τους.
[…]
Όπου και να περπατήσεις στο Σαν Κριστόμπαλ, μετά την πρώτη εντύπωση των πολύχρωμων σπιτιών με τις κεραμιδένιες στέγες και τη ζωηρή μουσική ladino στους δρόμους, η καρδιά σου σφίγγεται από την αθλιότητα στην οποία οδήγησε η αποικιοκρατία τον ινδιάνο, μετατρέποντάς τον σε θλιβερό επαίτη της φιλανθρωπίας του καλοταϊσμένου κι ευαίσθητου λευκού τουρίστα.
[…]
Πληροφορίες για επίθεση ενόπλων στη φυλακή του Simojovel και απελευθέρωση τεσσάρων κρατουμένων.
[…]
Μια τρομακτική είδηση από την Αθήνα. Σκοτώθηκε ο Χριστόφορος… «Η λεοπάρδαλη χάθηκε μαζί με τις κηλίδες της». Κανείς εδώ για να μοιραστώ το χαμό αυτό…
[…]
28 Ιούλη, στα υψίπεδα της Τσιάπας
Η χθεσινή μέρα ήταν μοναδική. Φθάνοντας μετά από μακρύ και κουραστικό ταξίδι, στο Aguascalientes του Oventik στα Altos, τα υψίπεδα της Τσιάπας, μια έκπληξη μας περίμενε. Μερικές εκατοντάδες μέτρα πριν την είσοδο του Aguascalientes, δεκάδες ζαπατίστας από τη μια και την άλλη πλευρά του δρόμου, μας έκαναν εξονυχιστικό έλεγχο. Απαγορεύονται το αλκοόλ, τα ναρκωτικά και τα όπλα. Κόσμος πολύς κατέφθανε διαρκώς σχηματίζοντας μια πομπή εκατοντάδων ανθρώπων.
Την αρχική δυσάρεστη έκπληξη που ένιωσα όταν βρέθηκα μπροστά σε δεκάδες ζαπατίστας που κρατούσαν μικρά γκλομπ και φορούσαν περιβραχιόνια με τα αρχικά P.Z. (Policia Zapatistas!!!), τη διαδέχθηκε μια ανείπωτη συγκίνηση, όταν μπαίνοντας στο Oventik και προχωρώντας προς το χώρο των ομιλιών, αντίκρισα αμέτρητους Ινδιάνους με τις παραδοσιακές ενδυμασίες να υψώνουν τις γροθιές επαναλαμβάνοντας ρυθμικά «ZAPATA VIVE! LA LUCHA SIGUE!».
Μια πανδαισία χρωμάτων και διαλέκτων, ένα πλήθος ανδρών, γυναικών και παιδιών με τις ιθαγενικές ενδυμασίες που υποδηλώνουν τις διαφορετικές φυλές της περιοχής (οι μόνοι που κατάφερα να διακρίνω ήταν οι Tzotziles), σε έναν παράξενο συνδυασμό με τις κουκούλες και τα μαντήλια που κρύβουν προστατευτικά τα πρόσωπά τους. Εδώ ανασαίνεις έναν αέρα γεμάτο από τη γενναιότητα και την περηφάνια των εξεγερμένων Ινδιάνων. Μια εικόνα διαμετρικά αντίθετη από εκείνη της πόλης του Σαν Κριστόμπαλ, όπου η παρουσία των ινδιάνων μόνο θλίψη σου προκαλούσε: άνθρωποι βουτηγμένοι στη μιζέρια, χωρίς ταυτότητα, να εκλιπαρούν με τις παραδοσιακές φορεσιές τους κι ένα αυτοοικτιρόμενο ύφος την ελεημοσύνη του λευκού.
Εδώ η μιζέρια δεν έχει καμιά θέση και οι παραδοσιακές ενδυμασίες τίποτα το φολκλορικό. Τα βλέμματα είναι γεμάτα περηφάνια και η κίνηση του σώματος ελεύθερη κι επιβλητική. Η αρχική δυσπιστία των αυτόχθονων δίνει σιγά σιγά τη θέση της στην περιέργεια και στη συνέχεια και στη συγκίνηση ίσως για αυτά τα περίεργα όντα που ήρθαν από την άλλη άκρη του κόσμου για να γνωρίσουν τους ίδιους και τον αγώνα τους. Από τα μεγάφωνα ακούγονται μηνύματα αλληλεγγύης από όλο τον κόσμο. Πάνω από 2.000 άτομα από σαράντα τέσσερις χώρες του κόσμου ήρθαν να δουν, να μάθουν, να εμπνευστούν…
Στο μικρόφωνο, τα μηνύματα τα διαβάζει άλλοτε ένας πιτσιρικάς με τζιν και κουκούλα -εικόνα οικεία που θυμίζει τους εξεγερμένους του Πολυτεχνείου-, κι άλλοτε ένας μεγαλύτερος Ινδιάνος ντυμένος παραδοσιακά, φορώντας ένα καπέλο με πολύχρωμες κορδέλες και τη γνωστή κουκούλα, παγκόσμιο σημάδι των «γνωστών - άγνωστων», των κυνηγημένων και εξεγερμένων αυτού του πλανήτη.
Τα μηνύματα διακόπτονται από τη μουσική που παίζει μια ασυνήθιστη μπάντα αποτελούμενη από Ινδιάνους κάθε ηλικίας, άλλοι φορώντας τις παραδοσιακές τους στολές κι άλλοι όχι, ορισμένοι μάλιστα φορώντας πάντα τις κουκούλες τους. Όλες οι εξέδρες δεξιά είναι γεμάτες Ινδιάνες πολύχρωμα ντυμένες και αριστερά Ινδιάνους με τις χαρακτηριστικές φορεσιές των Tzotziles.
Πέρα στον ορίζοντα υψώνονται τα καταπράσινα βουνά της Τσιάπας. Σιγά σιγά ομίχλη απλώνεται παντού. Παρόλο που βρισκόμαστε στους τροπικούς, το υψόμετρο είναι πάνω από 2.000 μέτρα και το κρύο πολύ. Περπατάμε ανάμεσα σε σύννεφα. Σ’ αυτό τον μαγευτικό τόπο που μοιάζει σα να ξεπρόβαλλε από το πουθενά, μ’ αυτούς τους ξεχωριστούς ανθρώπους που μοιάζουν να ξεπροβάλλουν από το πουθενά, εδώ που σβήνει η παρηκμασμένη δυτική κουλτούρα.
Η ώρα έχει περάσει. Νύχτωσε για τα καλά. Ξαφνικά τα μηνύματα και οι μουσικές διακόπτονται. Ένας ζαπατίστας ζητά να γίνει σιωπή. Τα φώτα σβήνουν, μοναδικό φως το φεγγάρι. Οι ανθρώπινοι ήχοι σβήνουν, μοναδικός ήχος, ο ήχος της φύσης.
Πέρα στο βάθος, ξεπροβάλλουν μέσα από το σκοτάδι μικρές φωτιές που σχηματίζουν μια παράξενη ουρά. Πάνω στην εξέδρα εμφανίζονται ένοπλοι ζαπατίστας με τις στρατιωτικές φόρμες και τα μαντήλια τους. Είναι πολλοί από τους commandante που ηγήθηκαν της εξέγερσης το Γενάρη του 1994. Η πομπή με τις φωτιές πλησιάζει κι ένας απ’ τους ζαπατίστας αναγγέλλει τον ερχομό εκείνων των χωρικών, ανδρών, γυναικών και παιδιών που στήριξαν τους μαχητές του EZLN στην εξέγερση του 1994 και την ωμή καταστολή που ακολούθησε.
Δεν υπάρχουν λόγια για να περιγράψει κανείς αυτήν τη σκηνή πάνω στα σκοτεινά βουνά του μεξικάνικου νότου. Η σιωπή σπάει από τον ενθουσιασμό, τα χειροκροτήματα και τα συνθήματα και πάνω απ’ όλα από τη συγκίνηση. Όχι αυτή που συνεπαίρνει τον δυτικό ταξιδιώτη όταν έρχεται σε επαφή με μια άλλη κουλτούρα, αλλά εκείνη τη βαθιά συγκίνηση την οποία γεννά στον άνθρωπο που διψά για ελευθερία, η μαγεία της εξέγερσης, το ανάστημα της περηφάνειας και της αξιοπρέπειας των εξεγερμένων ανθρώπων.
Εκεί, κάτω από τον συννεφιασμένο νυχτερινό ουρανό της Τσιάπας, ένιωσα την πραγματική σημασία αυτής της συνάντησης και από τις δυο πλευρές. Το σπάσιμο της απομόνωσης, την αίσθηση ότι δεν είμαστε μόνοι. Ότι οι Ινδιάνοι δεν είναι μόνοι τους, ότι οι αγωνιστές από την Ευρώπη και την Αμερική, είτε αναζητούν αδελφούς και συμμάχους στον αγώνα, είτε πηγή έμπνευσης στην εξαντλημένη φαντασία τους, δεν είναι μόνοι τους. Ότι η ζωή στον αγώνα είναι μια ατέλειωτη γιορτή, ένα πρωτόγνωρο πανηγύρι. Μια γιορτή που πρέπει να πεθάνεις για να τη ζήσεις. Πρώτα να πεθάνεις συμβολικά σαν αυτό που θέλει η εξουσία να είσαι και τότε, ξαναγεννημένος, να είσαι έτοιμος να πεθάνεις ξανά, αυτή τη φορά για να ζήσεις με αξιοπρέπεια. «…Δεν θα ζήσουμε ποτέ πια πεσμένοι στα γόνατα!».
Οι λόγοι που βγάζουν οι commandante είναι ποιητικοί και συγκινητικοί. Μια ελάχιστη μύηση όσων διατηρούν την καρδιά και το μυαλό ζωντανά κι ανοιχτά στην κοσμοαντίληψη των εξεγερμένων Ινδιάνων. Η χροιά της φωνής τους προδίδει εντιμότητα, συγκίνηση, ειλικρίνεια. Δεν υπάρχει τίποτα που να θυμίζει τις γνωστές πανευρωπαϊκές συναντήσεις με την ασταμάτητη φλυαρία και τον κενολόγο πολιτικαντισμό.
Οι άνθρωποι μιλάν απ’ την καρδιά τους ή μήπως είναι η καρδιά τους που μιλάει;
[…]
Εκεί στα υψίπεδα της Τσιάπας, ο χρόνος σταμάτησε για λίγο. Τα πράγματα απέκτησαν καινούριες διαστάσεις και νοήματα. Η πραγματικότητα έγινε μύθος και ο μύθος πραγματικότητα.
Εκείνη η νύχτα είχε κάτι από τη συγκίνηση που νιώθεις μπροστά στις φωτιές των οδοφραγμάτων, κάτι από την περηφάνια και τη δύναμη που νιώσαμε, όταν σταθήκαμε πεντακόσιοι άνθρωποι, ο ένας πλάι στον άλλο, πίσω από την πύλη του Πολυτεχνείου το ξημέρωμα της 18ης Νοέμβρη. Είναι η αίσθηση της υπέρβασης των ορίων που η εξουσία βάζει στον άνθρωπο.
Αν κάτι χαράχτηκε στο μυαλό μου πάνω από όλα είναι ότι η υπέρβαση των ορίων που θέτει η εξουσία, η εξέγερση, έχει μια μαγεία. Και οι Ινδιάνοι, οι συγκεκριμένοι Ινδιάνοι, είναι, για μας τους λευκούς που αυτή τη μαγεία τη ζούμε μόνο τις στιγμές της σύγκρουσης και της καταστροφής, οι σοφοί κάτοχοι και οι μύστες της, μέσα από τη δύναμη που τους δίνει η κοινότητα, η συλλογικότητα, το δέσιμο με τη γη, τους θρύλους και την ιστορία, το θάρρος και η αποφασιστικότητα να τα υπερασπιστούν μέχρι τέλους, ανοίγοντας ένα ρήγμα στην αντεστραμμένη εικόνα του κόσμου που λέγεται πραγματικότητα.
29-30 Ιούλη, Garrucha, κοινότητα Francisco Gomez, Selva Lacandona
Η διαδρομή για τη Garrucha είναι μεγάλη και δύσκολη. Κάποια στιγμή το λεωφορείο εγκαταλείπει τον κεντρικό δρόμο και μπαίνει σε έναν λασπωμένο χωματόδρομο. Βρέχει ασταμάτητα. Όσο προχωράμε και κατεβαίνουμε από τα υψίπεδα στη ζούγκλα Lacandona, η τροπική βλάστηση πυκνώνει.
Όταν φθάνουμε στο Aguascalientes της Garrucha είναι περασμένες δυο το βράδυ και έχουμε ξεπεράσει τις δέκα ώρες ταξίδι. Εξουθενωμένοι από την κούραση, περιμένουμε στη σειρά για να περάσουμε από τον έλεγχο των ζαπατίστας. Με ξενίζει η ιδέα του εξονυχιστικού ελέγχου. Ωστόσο, την επομένη αντιλαμβάνομαι την αναγκαιότητά του, όταν μέσα στις ξύλινες καλύβες, θα αρχίσει η κουβέντα πλάι πλάι με τους commandante της περιοχής.
Εδώ το Aguascalientes είναι πιο φτωχό από εκείνο του Oventik. Παρ’ όλα αυτά είναι ιδιαίτερα ζωντανό. Κάτω από τη βροχή, άντρες και γυναίκες ακούνε τη μουσική που παίζουν ντόπιοι οργανοπαίκτες. Ανάμεσά τους διακρίνεις τους άντρες της P.Z. με τα γκλομπ στο χέρι. Είναι απλώς η πρώτη εντύπωση. Αργότερα, παύεις να τους διακρίνεις, γίνονται ένα με τους υπόλοιπους κατοίκους του χωριού.
Δίπλα ακριβώς από το Aguascalientes, απλώνονται οι καλύβες των Ινδιάνων με τις αχυρένιες στέγες. Η Garrucha ήταν από τα χωριά που καταστράφηκαν από το στρατό, αλλά οι κάτοικοι ξαναγύρισαν ανακηρύσσοντας την περιοχή εξεγερμένο έδαφος των ζαπατίστας και δίνοντάς της το όνομα του Francisco Gomez, ενός μαχητή του EZLN που έπεσε στη μάχη του Οκοσίνγκο, το Γενάρη του 1994.
[…]
Το επόμενο πρωί, ξεκινούν οι συζητήσεις του «πέμπτου τραπεζιού» της Διηπειρωτικής Συνάντησης, με θέμα τις αντιστάσεις των Ινδιάνων σε όλο τον κόσμο. Η πιο συγκινητική στιγμή είναι, όταν, στην εναρκτήρια συνέλευση, εμφανίζονται Ινδιάνοι αγωνιστές της Βόρειας Αμερικής, Mohawk, Sioux-Oglala και άλλων φυλών που δεν μπορώ να συγκρατήσω στη μνήμη μου. Χαιρετίζουν τους ζαπατίστας και τους καλούν να καπνίσουν μαζί την «πίπα της ειρήνης» των προγόνων τους. Μετά τους χαιρετισμούς των αγωνιστών από όλες τις χώρες, γίνεται ο χωρισμός στα επιμέρους τραπέζια. Διαλέγω το θέμα «παλιές και νέες ταυτότητες αγώνα των indios όλου του κόσμου».
Η συζήτηση είναι ενδιαφέρουσα και ποικιλόμορφη. Οι εμπειρίες των Mohawk από την ένοπλη εξέγερση της Oka στον Καναδά το καλοκαίρι του 1990, των Chicanos (ισπανόφωνων της Β. Αμερικής), των Ινδιάνων Nhanus της Πολιτείας του Μεξικό, των Ινδιάνων Huichol της πολιτείας Jalisco, η ομιλία του Bill Means, παλιού αγωνιστή του AIM (Αμερικάνικου Ινδιάνικου Κινήματος), και άλλων, ακόμα και αυτόχθονων από την Ιαπωνία που μιλούν για την καταπίεση δυο αυτόχθονων εθνοτήτων από το ιαπωνικό κράτος, συγκλίνουν όλες σε ένα κοινό σημείο: Γη, Αξιοπρέπεια, Ελευθερία.
Η αμηχανία των Ευρωπαίων είναι έκδηλη. Πώς να μιλήσουν για συλλογικές ταυτότητες αγώνα σε έναν κόσμο όπου η μόνη ταυτότητα φαίνεται να είναι εκείνη του εμπορεύματος; Και μόνο σε στιγμές εξέγερσης, σύγκρουσης και καταστροφής μπορεί να αναδύεται ως ταυτότητα η άρνηση αυτού του κόσμου.
[…]
Σε όλη τη διάρκεια των συζητήσεων, οι commandante της περιοχής παρακολουθούν σιωπηλοί τις τοποθετήσεις και τις αντιδράσεις των συνομιλητών. Από το αυστηρό και παρατηρητικό βλέμμα τους, τίποτα δεν φαίνεται να διαφεύγει. Απλοί αγρότες που στην καθημερινότητά τους παλεύουν με τη φτωχή γη της ζούγκλας, οι πρώτοι των μαχητών του εφεδρικού στρατού του EZLN, σκληραγωγημένοι από την πείνα και τις ταπεινώσεις, με τη φλόγα της εξέγερσης στα μάτια, φορούν τις κουκούλες και παίρνουν τα όπλα όταν οι συνθήκες το απαιτούν. Αυτή η συνάντηση είναι μια ευκαιρία να δουν όλους αυτούς που έρχονται από μακριά, μαγνητισμένοι από τη ζαπατίστική εξέγερση. Δεν είναι πολλοί ανάμεσά τους αυτοί που μιλούν ισπανικά. Οι περισσότεροι μιλούν μόνο την ιθαγενική τους γλώσσα. Αποφεύγουν να πάρουν θέση στη συζήτηση, ακόμα κι όταν ένας Chicano τους καλεί να εγκαταλείψουν την τρίχρωμη σημαία που δεν είναι σημαία των ιθαγενών, αλλά του μεξικάνικου κράτους.
[…]
Κάποια στιγμή εκδηλώνεται μια αντιπαράθεση μεταξύ της ευρωπαϊκής και της ινδιάνικης κουλτούρας. Οι Iνδιάνοι της Βόρειας Αμερικής κατηγορούν τους λευκούς ότι «σκέφτονται μόνο με το μυαλό κι όχι με την καρδιά…» Για αυτούς, η σκέψη ξεκινά από την καρδιά, το μυαλό απλώς βοηθάει. Η Karla Hemlock του έθνους Mohawk αναφέρει ότι στη Β. Αμερική έγινε μια συνέλευση-δικαστήριο για τα εγκλήματα των λευκών σε βάρος των αυτόχθονων λαών. Ορισμένοι Ευρωπαίοι αισθάνονται την ανάγκη να αντιδράσουν, υπερασπιζόμενοι τον εαυτό τους, λέγοντας ότι δεν αισθάνονται ένοχοι οι ίδιοι για αυτή την ιστορία των 500 χρόνων καταπίεσης. Μοιάζουν να παραπαίουν ανάμεσα στην απενοχοποίηση και την άκριτη, όσο και επιπόλαιη υιοθέτηση μιας ιθαγενικής αντίληψης για τη φύση και τον άνθρωπο. Μερικοί μάλιστα δηλώνουν …αυτόχθονες! Είναι φανερό, σ’ αυτές τις περιπτώσεις, ότι η «συμπαράσταση» στην εξέγερση των ζαπατίστας είναι μια κάποια διέξοδος στα αδιέξοδά τους ή ένα ακόμη άλλοθι της απραξίας τους.
Η αντιπαράθεση επικεντρώνεται στο ζήτημα της γης που για τους Iνδιάνους έχει ζωτική σημασία, όχι απλώς ως μέσο παραγωγής και επιβίωσης αλλά ως πηγή και σημείο αναφοράς της συλλογικής τους ταυτότητας. Η αντιπαράθεση ήταν τελικά αποκαλυπτική και για τις δυο πλευρές. Από την πλευρά των Ευρωπαίων που μετέφεραν -συνειδητά ή όχι- τον ευρωποκεντρισμό τους, είτε γιατί ένιωσαν αμυνόμενοι απέναντι στην πολιτισμική «επίθεση» των Ινδιάνων, είτε γιατί κατέφυγαν τελικά σε νεφελώδεις -και καθόλου ανταγωνιστικές για το σύστημα- ιδέες για τη σχέση μας με τη «Μητέρα Γη». Από την πλευρά των Ινδιάνων, γιατί δεν ήθελαν ή δεν μπορούσαν να καταλάβουν ότι οι ευρωπαίοι αγωνιστές δεν μπορούν πραγματικά να δομήσουν μια συλλογική ταυτότητα με επίκεντρο τη «Μητέρα Γη», παρά μόνο στα πλαίσια ενός ρομαντικού αναχωρητισμού ή ενός αφομοιώσιμου εναλλακτισμού. Για τους ανέστιους στις καπιταλιστικές μητροπόλεις, η «γη» από όπου αντλεί η όποια συλλογική μας ταυτότητα αγώνα είναι παντού όπου εκδηλώνεται αδούλωτο το ένστικτο της ελευθερίας, η άρνηση του συστήματος που μας καταστρέφει και η βούληση για την καταστροφή του…
Το τελευταίο μέρος της τριήμερης συζήτησης εστιάστηκε σε προτάσεις συντονισμού, όπως οι προτάσεις για τη δημιουργία διεθνούς επιτροπής που θα επιβλέπει την εφαρμογή των συμφωνιών του San Andres ανάμεσα στον EZLN και τη μεξικάνικη κυβέρνηση, την αποστολή οικονομικής βοήθειας για τη δημιουργία κλινικών στα ζαπατιστικά εδάφη, τη δημιουργία ενός διεθνούς δικτύου των κινήσεων αλληλεγγύης στον αγώνα των ζαπατίστας. Η τελευταία πρόταση έμπαινε με έναν εσπευσμένο και επιτακτικό τρόπο σε τέτοιο βαθμό ώστε ο χαρακτήρας του δικτύου έμοιαζε περισσότερο γραφειοκρατικός παρά ουσιαστικός.
Ωστόσο, η ουσία της συνάντησης δεν βρισκόταν πραγματικά στις προτάσεις, αλλά στη διαμόρφωση ενός χώρου παράθεσης, αντιπαράθεσης και ζύμωσης διαφορετικών εμπειριών και αντιλήψεων αγώνα ενάντια σε έναν κοινό και παγκόσμιο εχθρό.
[…]
Τουλάχιστον οι ινδιάνικοι λαοί φαίνονται να κατανοούν βαθιά την κοινότητά τους απέναντι σ’ αυτόν τον κοινό εχθρό. Οι αγώνες τους σήμερα δεν περιορίζονται στο εσωτερικό κάθε φυλής και δεν γνωρίζουν σύνορα. Όπως είπε η εκπρόσωπος των Mohawk: «Αν όλοι οι αυτόχθονες λαοί είμαστε ενωμένοι, είμαστε ένα βέλος που καμιά κυβέρνηση δεν μπορεί να σπάσει. Αν όμως ο καθένας είναι μόνος του, μπορούν εύκολα να μας συντρίψουν». Αφετηρία της συνείδησης του κοινού εχθρού η θλιβερή επέτειος των πεντακοσίων χρόνων από το 1492 και η κοινή μοίρα της αποικιοκρατίας. Σημάδι φωτεινό για το αύριο, η εξέγερση των ιθαγενών ζαπατίστας σήμερα. Και όπως είπε ο Bill Means, εκπρόσωπος του Αμερικάνικου Ινδιάνικου Κινήματος: «Σημασία δεν έχει ποιος ανάβει τη φωτιά. Σημασία έχει να εξαπλωθεί!».
2 Αυγούστου, Realidad, Selva Lacandona
Ο Μάρκος και η συνοδεία του κάνουν την εμφάνισή τους έφιπποι. Μια χαριτωμένη παράσταση για τα ΜΜΕ και τους πολυάριθμους fan του ευρηματικού Subcommandante…
Η αναμενόμενη άφιξη της Ντανιέλ Μιττεράν αιτία αναταραχής και πιθανός στόχος αποδοκιμασίας από τους αναρχικούς. Ο Sub χτυπά τους «ταραχοποιούς» φιλικά στην πλάτη, τους παίρνει παράμερα και τους καθησυχάζει!...
[…]
Συζήτηση μεταξύ Γάλλων συντρόφων: «Γιατί ο λευκός Μάρκος αναδείχθηκε σε «ηγέτη» των εξεγερμένων Iνδιάνων; Γιατί κατέχει τη μαγεία του λόγου, ιδιότητα που εκτιμούν ιδιαίτερα οι Iνδιάνοι· γιατί είναι γενναιόδωρος, ιδιότητα που επίσης εκτιμούν οι Iνδιάνοι, και πληρώνει ακέραιο το τίμημα της επιλογής να ζει μαζί τους· γιατί ακριβώς είναι λευκός, αποτελώντας έτσι την κατάλληλη γέφυρα ανάμεσα στον κόσμο των Iνδιάνων και τον κόσμο των λευκών…»
[…]
Η Διηπειρωτική ολοκληρώθηκε με τη συνάντηση όλων όσοι συμμετείχαμε σ’ αυτή στις διάφορες ζαπατιστικές κοινότητες, στο μεγάλο Aguascalientes της Realidad όπου έγινε η ανακοίνωση και έγκριση των τελικών κειμένων των επιμέρους συζητήσεων. Από τις συζητήσεις που έγιναν στη Garrucha πολλοί ήταν εκείνοι που δεν αναγνώρισαν σ’ αυτά τα κείμενα ολόκληρο το περιεχόμενο των συζητήσεων στις οποίες είχαν συμμετάσχει, ορισμένοι μάλιστα κατήγγειλαν αυτή τη λογοκρισία. Αυτά τα κείμενα που θα δημοσιοποιούνταν ως ντοκουμέντα της Διηπειρωτικής είχαν συνταχθεί όπως τα ήθελαν -λιγότερο ή περισσότερο- οι συντονιστές των επιμέρους συζητήσεων. Αυτοί ήταν κυρίως μεξικανοί διανοούμενοι, καθώς και μέλη διαφόρων επιτροπών πολιτών για το διάλογο και την προώθηση ενός Ζαπατιστικού Πολιτικού Μετώπου (FZLN), οι οποίοι είχαν συχνά τη λογική διάφορων επαναστατικών οργανώσεων και ομάδων της αριστεράς απ’ όπου και προέρχονταν.
7-8 Αυγούστου, Ciudad de Mexico
Η μέρα της επιστροφής μου στην Πόλη του Μεξικό ήταν πολύ διαφορετική από εκείνη που πρωτοήρθα εδώ. Δεν ξέρω αν είναι ο ηλιόλουστος καιρός ή η καλή μου διάθεση, αλλά ξαφνικά η πόλη μου φάνηκε όμορφη και ενδιαφέρουσα. Με κατέλαβε η επιθυμία, στο λίγο χρόνο που μου απέμενε, να τη γνωρίσω, να την πλησιάσω, να αισθανθώ -αν αυτό είναι δυνατόν- το χρώμα και το άρωμα αυτής της πόλης που είναι σταυροδρόμι πολλών και διαφορετικών φυλών και πολιτισμών.
[…]
Είπα να πάρω το μετρό και να κατέβω σε μια τυχαία στάση. Από το Terminal Aerea παίρνω την κατεύθυνση Polytechnico και κατεβαίνω στη στάση Consulado. Ακολουθώ την Calle Cuarto, έναν πεζόδρομο με χρωματιστά μαγαζάκια και υπαίθριους πωλητές γλυκισμάτων. Καταλήγω σε ένα πάρκο. Πρέπει να είμαι η μοναδική ξένη σ’ αυτή τη φτωχογειτονιά. Άντρες με τα ρούχα της δουλειάς διασχίζουν το πάρκο. Παιδιά φωνάζουν και γελάνε. Ζευγάρια όλων των ηλικιών επιδίδονται σε τρυφερές περιπτύξεις. Όταν μπαίνω στα μαγαζιά να ρωτήσω ή να ζητήσω κάτι, με κοιτούν με ερευνητικότητα και δυσπιστία. Μια ξένη, μια τουρίστρια, μια grinca ίσως. Από μακριά, ανάμεσα στα γκράφιτι ενός σχολείου, διακρίνω ένα σύνθημα για τον EZLN, το πρώτο που βλέπω στην Πόλη του Μεξικό…
[…]
Προς το πάρκο της Alameda και το Palacio de Bellas Artes. Στη στάση του μετρό, απομιμήσεις έργων τέχνης των Μάγια και των Αζτέκων (Μεξίκα) από τους οποίους πήρε το όνομά της η χώρα. Θυμάμαι το Παρίσι και την αποικιοκρατική επίδειξη μνημείων-θραυσμάτων από τις κουλτούρες που σάρωσε η Δύση. Η Πόλη του Μεξικό αποπνέει μια ανάλογη υπεροπτική αίσθηση κατακτητικού κοσμοπολιτισμού. Μια έκθεση φωτογραφίας και χειροτεχνημάτων αυτόχθονων της χώρας με πείθει για την απίστευτη ομοιότητα. Είναι θλιβερό να βλέπεις σε φωτογραφίες ινδιάνους του άλλοτε και του σήμερα με παραδοσιακές στολές ή εξαθλιωμένα ρούχα και βλέμματα. Η παρουσία τους βαραίνει τη χώρα και αυτές οι καλλιτεχνικές αναπαραστάσεις επιχειρούν να τους στερήσουν τη ζωντάνια και την επικινδυνότητα, να τους μετατρέψουν σε τουριστικό αξιοθέατο.
Σκεπτική, αλλά και γοητευμένη από αυτήν την παράξενη χώρα, συνεχίζω. Αντικρίζοντας το πάρκο της Alameda, με τα φωτισμένα, παλιά κτίρια ολόγυρα και το Palacio de Bellas Artes σε περίοπτη θέση, νομίζω ότι ονειρεύομαι. Το βλέμμα μου στέκεται σε μια αποικιακή εκκλησία που η αρχιτεκτονική της έχει έντονες αραβικές επιδράσεις. Το στυλ του Palacio εξεζητημένο και επιδεικτικό. Στο εσωτερικό του με τα γυαλισμένα πατώματα και την πανύψηλη οροφή, νιώθω αποστροφή γι’ αυτήν την επίδειξη πλούτου και εξουσιαστικής μεγαλοπρέπειας. Η αρχική μου πρόθεση να ανέβω στον πάνω όροφο για να δω τις τοιχογραφίες από κοντά μεταστρέφεται. Μόνη ευχάριστη έκπληξη, η τυχαία συνάντηση με τον Φθινοπωρινό Ήλιο, έναν παλαίμαχο αγωνιστή Σιού που γνώρισα στη Garrucha. Φεύγω για την κεντρική πλατεία, το zocalo. Η plaza de la Constitucion, περιτριγυρισμένη από παλιά κτίρια της ισπανικής αποικιοκρατίας, έχει ελάχιστο κόσμο. Δίπλα ακριβώς στον καθεδρικό, μια μακέτα, μέσα σε λίμνη, της πόλης Tenochitlan και στο βάθος τα ερείπια από την πολυδαίδαλη πρωτεύουσα των Αζτέκων που κυρίευσαν οι κονκισταδόροι.
[…]
Είναι νύχτα και το zocalo γεμάτο από κόσμο, ήχους και χρώματα. Ινδιάνοι και μιγάδες, πλανόδιοι πωλητές μικροαντικειμένων, αυτοσχέδιες μουσικές μπάντες. Μια παρέα παίζει ένα τραγούδι για τον Ζαπάτα. Εδώ νιώθω πολύ πιο άνετα. Κάθομαι αρκετή ώρα ονειροπολώντας, έχοντας στο μυαλό μου όλες τις ανάλογες πλατείες που έχω δει στις ευρωπαϊκές μητροπόλεις. Μόνο που εδώ υπάρχει μια διαφορά. Δεν ξέρω αν είναι το πρόσφατο ταξίδι στην Τσιάπας ή τα μνημεία των Αζτέκων και η έντονη παρουσία των αυτόχθονων γύρω μου που μου δίνουν αυτή την αίσθηση της διαφοράς.
Εδώ είναι ένας άλλος κόσμος. Πίσω από τον μητροπολιτικό χαρακτήρα της, πίσω από τον κοσμοπολιτισμό και την εξαθλίωσή της, οι ζωντανές παραδόσεις, οι μνήμες των αιματηρών αγώνων, οι εξεγερμένοι στα βουνά και τα δάση του μεξικάνικου νότου, ρίχνουν βαριά τη σκιά τους σ’ αυτήν την πολύβουη και πολύχρωμη πόλη.
Επιλογικό σημείωμα
Αυτό το κείμενο δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο 2ο τεύχος της αναρχικής περιοδικής έκδοσης Κύκλος της Φωτιάς, το χειμώνα του 1997-’98. Στην 1η Διηπειρωτική Συνάντηση για την Ανθρωπότητα και Ενάντια στο Νεοφιλελευθερισμό συμμετείχα ως μέλος της Πρωτοβουλίας Αλληλεγγύης στους Ζαπατίστας, εκπροσωπώντας ένα μέρος της με τη συλλογική εισήγηση «Όλα άρχισαν πριν από 500 χρόνια κι όλα συνεχίζονται…». Η εισήγηση διαβάστηκε στην 1η Διηπειρωτική Συνάντηση στο Aguascalientes III, στην κοινότητα Francisco Gomez, και εκδόθηκε στη μπροσούρα «Chiapas. Εξεγερμένοι Ινδιάνοι στα βουνά του Μεξικάνικου Νότου» (Εναλλακτικές Εκδόσεις Νότος, Αθήνα, 1996). Το μακρινό και πολυδάπανο ταξίδι στο Μεξικό θα ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθεί χωρίς την οικονομική συνεισφορά συντρόφων και συντροφισσών από τον Κύκλο Αναρχικών και άλλων.
Το ενδιαφέρον μας για τους αγώνες των ιθαγενικών λαών δεν ξεκίνησε με τη ζαπατίστικη εξέγερση την 1η Γενάρη του 1994. Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, ξεκινήσαμε να μεταφράζουμε και να εκδίδουμε μπροσούρες για τις ιθαγενικές αντιστάσεις στη Βόρεια και τη Νότια Αμερική (και αργότερα για το κίνημα των ζαπατίστας) και να οργανώνουμε κινήσεις, ρηξικέλευθες εκείνα τα χρόνια, όπως η συγκέντρωση αλληλεγγύης στην εξέγερση των Mohawk στην Oka έξω από την Καναδική Πρεσβεία το καλοκαίρι του 1990, καθώς και η εκδήλωση αλληλεγγύης και πληροφόρησης Αμερική Οκτώβρης 1492-1992: 500 χρόνια γενοκτονίας και ινδιάνικης αντίστασης, που διοργανώσαμε αναρχικοί σύντροφοι και συντρόφισσες το 1992 στο Πολυτεχνείο.
Το παρόν κείμενο, αποσπάσματα από το προσωπικό μου ημερολόγιο σε εκείνο το ταξίδι μου στο Μεξικό, γράφτηκε σε μια εποχή που ήταν πολύ νωπή ακόμα η έκρηξη της ένοπλης εξέγερσης των ζαπατίστας το 1994 και στον απόηχο των εξεγερσιακών γεγονότων στο Πολυτεχνείο το 1995. Στα είκοσι πέντε χρόνια που κύλησαν από τότε, έχουν συμβεί πολλά σημαντικά γεγονότα. Οι ζαπατίστας, με βάση την πολιτικοστρατιωτική τους οργάνωση, έχουν επιδείξει εκπληκτική αντοχή, σθένος και αποφασιστικότητα στον πολυετή πόλεμο χαμηλής έντασης που τους έχει κηρύξει το μεξικανικό κράτος (και ο παραστρατιωτικός του βραχίονας) κι έχουν κάνει αλματώδη βήματα στην κατεύθυνση της οικοδόμησης της αυτονομίας στα επίπεδα της παραγωγής, της υγείας, της εκπαίδευσης κ.ά. Όσο για εμάς, συμμετείχαμε σε ένα πλήθος σημαντικών κοινωνικών γεγονότων, με κορυφαίο την εξέγερση του Δεκέμβρη του 2008 και άλλα μεγάλα γεγονότα που ακολούθησαν, που μας έφεραν αντιμέτωπους με την ανυπαρξία πολιτικής οργάνωσης και την αδυναμία περάσματος από την εξέγερση στους δρόμους σε μια ευρύτερη, διαρκέστερη και βαθύτερη διεργασία, την κοινωνική επανάσταση.
Ξαναδιαβάζοντας σήμερα τις ημερολογιακές μου σημειώσεις τότε στο Μεξικό, νιώθω την ανάγκη να προσθέσω ότι, αν οι ιθαγενικοί λαοί αντλούν τη συλλογική τους ταυτότητα και δύναμη από την αναφορά τους στη «Μητέρα Γη», εμείς την αντλούμε και εμπνεόμαστε από την αναφορά μας στην «Μητέρα Αναρχία», όπως λέει και ο τίτλος του ομώνυμου τραγουδιού που τους στίχους του έγραψε ο Νέστωρ Μάχνο. Κι αν δεν κουβαλάμε την ιστορία αιώνων αντίστασης όπως εκείνοι που από τα βουνά του μεξικάνικου νότου συγκλόνισαν τον κόσμο, έχουμε ωστόσο τη δική μας ιστορία και τους δικούς πολιτικούς προγόνους, τη Λουίζ Μισέλ, τον Νέστορα Μάχνο, τον Μπουεναβεντούρα Ντουρρούτι, τον Φρανσίσκο Φερρέρ, τον Πέτρο Κροπότκιν, τον Μιχαήλ Μπακούνιν, τον Ερρίκο Μαλατέστα, την Έμμα Γκόλντμαν και πλήθος άλλους γνωστούς και άγνωστους επαναστάτες και επαναστάτριες, φθάνοντας μέχρι και σήμερα, τους συντρόφους και τις συντρόφισσές μας σε κάθε γωνιά της γης. Όλους εκείνους και εκείνες που με το λόγο και τη δράση τους φωτίζουν το δρόμο για την αναρχία και τον ελευθεριακό κομμουνισμό.
Σεπτέμβρης 2021
Α.Σ.