Σαν σήμερα, 20 Ιούλη 1936, φεύγει από τη ζωή ο Ισπανός αναρχικός επαναστάτης Francisco Ascaso, κατά τη διάρκεια της μάχης για τους στρατώνες Αταραθάνας της Βαρκελώνης, στην αυγή της Κοινωνικής Επανάστασης στην Ισπανία.
Ο Ascaso αποτέλεσε σημαντική μορφή της CNT και FAI από το 1922 μέχρι και το τέλος της ζωής του, ενώ ήταν μέλος της ομάδας Los Solidarios (αργότερα Nosotros). Μαζί με τον Durruti και τον Garcia Oliver ήταν γνωστοί και ως “οι 3 σωματοφύλακες”.
Φυλακισμένος το 1923 για τη δολοφονία του αρχιεπισκόπου της Σαραγόσα, δραπετεύει και ταξιδεύει σε Γαλλία και Αμερική μαζί με τον Durruti, οι οποίοι και επιστρέφουν στην Ευρώπη το 1926. Ο Ascaso το 1931 επιστρέφει στην Ισπανία, απελαύνεται όμως στην Αφρική το 1932.
Πολέμησε τις μετριοπαθείς δυνάμεις τόσο ως συντάκτης της Solidaridad Obrera όσο και ως γραμματέας της καταλανικής CNT κατά την περίδοδο 1934 – 1935.
Ο Ascaso υποστήριξε τον σχηματισμό ένοπλης πολιτοφυλακής από μέλη της CNT και βρέθηκε στην πρώτη γραμμή της Ισπανικής Επανάστασης το 1936.

 

----------------------

 

Ο θάνατος του Ασκάσο

Στην τελική μάχη για το στρατόπεδο του Αταραθάνας και το περιφερειακό στρατηγείο, στο κάτω μέρος της Ράμπλας, η πρωτοβουλία ανήκει στους αναρχικούς. Έχουν προχωρήσει ήδη μέχρι τη Ράμπλας ντε Σάντα Μόνικα. Από το άλλο μέρος του στρατοπέδου, στην πύλη της Ειρήνης, δίπλα στους μαχητές της CNT στέκονται μερικές διμοιρίες αστυνομικών και αντιφασίστες από άλλες οργανώσεις με πολιτικά.
Οδηγούμενοι από τον Φρανίσκσο Ασκάσο, που κρατάει συνεχώς το Astra του των 9 χιλ., τα μέλη της επιτροπής άμυνας των αναρχικών προχωρούν προσεκτικά προς τα νότια, καλυμμένοι κάτω από τα δέντρα της Ράμπλας: Ντουρρούτι, Ορτίθ, “Βαλένθια”, Γκαρθία Ολιβέρ και τα μέλη των αναρχικών συνδικάτων: ο Κορέα από τους οικοδόμους, οι Γιολντί και Μπαρόν από τους εργάτες μετάλλου, ο Γκαρθία Ρουίζ από τους ταχυδρομικούς. Μαζί είναι και τα αδέρφια του Ασκάσο, Ντομίνγκο και Χοακίν. Δίπλα τους κινείται και το φορτηγό με το MG στη σκεπή και τους Ρικάρντο Σάνθ, Αουρέλιο Φερνάντερθ και Ντονόσο. Δεν είναι μόνοι τους σε αυτή τη μάχη. Εκατοντάδες εργάτες έχουν κινητοποιηθεί.
Όσο πιο κοντά στο στρατόπεδο φτάσουν οι επιτιθέμενοι τόσο πιο επικίνδυνο γίνεται κάθε βήμα προς τα εμπρός. Οι στασιαστές στρατιωτικοί έχουν οχυρωθεί καλά. Τους χτυπούν από τα μπαλκόνια του συνδικάτου μεταφορών και από το κτίριο των υπαλλήλων. Σκοπευτές βρίσκονται σε προωθημένες θέσεις που έχουν γίνει πρόχειρα, μέσα στη νύχτα, από έπιπλα, στρώματα και τεράστιες μπάλες χαρτιού που προέρχονται από τα πιεστήρια της Solidaridad Obrera.
[…] Στο μεταξύ ο Ασκάσο έχει δει εναν σκοπευτή που από ένα παράθυρο της οδού Σάντα Μαντρόνα κρατάει με MG όλη την περιοχή, και στο πεδίο βολής του βρίσκονται οι σύντροφοι που προχωρούν πάνω στη Ράμπλας (Λουί Ρομέρο)

[…]

Για να φτάσεις σε αυτή τη θέση, είναι ανάγκη να διανύσεις ακάλυπτος μια απόσταση που βρίσκεται στο πεδίο βολής του περοφερειακού στρατηγείου. Ενώ οι σύντροφοι συζητούν πώς πρέπει να προχωρήσουν, ο Ντουρρούτι πληγώνεται από μια αδέσποτη σφαίρα στο στήθος. Οι φίλοι του τον στέλνουν σε ένα πρόχειρο ιατρείο. […] Στο μεταξύ μια μικρή ομάδα κρούσης από τους Ασκάσο, Γκαρθία Ολιβέρ, Γιούστο Μπουένο, Ορτίθ, Βιβάνκος, Λούτσιο Γκόμεθ και Μπαρόν, είχε αρχίσει έναν αγώνα δρόμου με το θάνατο, κάνοντας ζικ ζακ από το οδόφραγμα μέχρι τα παραπήγματα των βιβλιοπωλών, στη μέση της Ράμπλας. […] (Αμπέλ Παζ 1)

[…]

Ο Ασκάσο, ακολουθούμενος από τον Κορέα και μερικούς άλλους αγωνιστές, φτάνει σρα παραπήγματα με τα βιβλία. Ο Ντουρρούτι και οι συναγωνιστές του του κάνουν νοήματα, αλλά αυτός δεν τους δίνει σημασία και τους κάνει σινιάλο να μην ασχολούνται με αυτόν, για να μην τραβήξουν την προσοχή των εχθρών πάνω του. […] Ο Ασκάσο είναι σίγουρος οτι αν καταφέρεθ να φτάσει στο φορτηγό θα πετύχει το σκοπευτή με το πιστόλι του.
Αρχίζει μισοσκυμμένος να τρέχει. Πολλές σφαίρες που χτυπάνε τον τοίχο πίσω του δείχνουν οτι ο σκοπευτής τον έχει δει (Λουί Ρομέρο)

[…]

Λίγο πριν φτάσει στο φορτηγό, ο Ασκάσο γονατίζει, σημαδεύει και πυροβολεί. Όταν ξανασηκώνεται και ετοιμάζεται να τρέξει προς το φορτηγό, μια σφαίρα τον βρίσκει στο μέτωπο. Πέφτει.
Οι σύντροφοι τον είδαν να σηκώνει το χέρια ψηλά και να πέφτει στο έδαφος. Κείτεται με το πρόσωπο στη γη. Δεν κινείται πια. (Λουί Ρομέρο)

[…]

Είδα όμως από το συνδικάτο των εργατών μετάλλου, τον Ασκάσο να πέφτει στη Ράμπλας. Είδα το πτώμα του όταν τον έφεραν μέσα. Ήταν τρυπημένο από σφαίρες. Κόσκινο. Κανείς δεν μπορούσε να εξηγήσει την πράξη του. Όρμησε εντελώς μόνος του, ενώ το στρατόπεδο απέναντι ήταν ακόμα στα χέρια των φρανκιστών […] (Εμιλιέν Μορέν)

*Αποσπάσματα από το Σύντομο Καλοκαίρι της Αναρχίας του Χ.Μ. Εντσενσμπέργκερ.

 

Πηγή βιογραφικού σημειώματος: Libcom