Με αφορμή την 25η Νοέμβρη
Τις πρώτες μέρες του Σεπτέμβρη του 2020, γυναίκες στην πόλη του Μεξικού κατέλαβαν το κτήριο της Εθνικής Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (CNDH). H κατάληψη ήρθε σαν συνέχεια της διαμαρτυρίας που ξεκίνησαν μανάδες δολοφονημένων και εξαφανισμένων κοριτσιών, πλαισιώθηκε από ένα πλατύ μέτωπο που είχε συσπειρωθεί με αιχμή το σύνθημα ΚΑΜΙΑ ΛΙΓΟΤΕΡΗ (#Niunamenos), από φεμινιστικές ομάδες και από το Μαύρο Μπλοκ, και μετατράπηκε σε μια συλλογική έκφραση οργής για τις γυναικοκτονίες, τους βιασμούς, τις εξαφανίσεις, καταγγέλλοντας τη συγκάλυψη των αρχών και απαιτώντας δικαιοσύνη.
Έντεκα γυναίκες δολοφονούνται στο Μεξικό κάθε μέρα. Τα ποσοστά των γυναικοκτονιών αυξάνονται κάθε χρόνο την τελευταία δεκαετία και τα χαρακτηριστικά τους κουβαλούν ανείπωτη και ανατριχιαστική βία: διαμελισμούς, βιασμούς, κακοποιήσεις. Ανάμεσα στο 2007 και το 2017, συγκεκριμένα, τριπλασιάστηκε ο αριθμός των γυναικών που δολοφονούνται κάθε χρόνο. Το 66% των γυναικών στο Μεξικό έχει υποστεί κάποια μορφή σεξουαλικής βίας. Τα θύματα βρίσκονται παγιδευμένα στην ατελείωτη και δαιδαλώδη γραφειοκρατία των μηχανισμών απονομής δικαιοσύνης, ενώ το 90% των καταγγελλόμενων εγκλημάτων παραμένει ανεξιχνίαστο ή χωρίς τιμωρία των ενόχων. Η πανδημία του κορονοϊού επέφερε, μεταξύ άλλων, την αύξηση κατά 71% των καταγγελιών για ενδοοικογενειακή βία και δημιούργησε επιπλέον δυσκολίες στις γυναίκες που αναζητούσαν δικαιοσύνη μέσω του νομικού συστήματος.
Η Εθνική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων είναι, υποτίθεται, ο αρμόδιος θεσμός για την παροχή βοήθειας και την προστασία των γυναικών που βρίσκονται αντιμέτωπες με τέτοιες καταστάσεις. Όμως, η αδιαφορία, η υποκρισία, η συγκάλυψη, το χρεωκοπημένο σύστημα απονομής δικαιοσύνης εξόργισαν τις γυναίκες, τις έκανε να συνειδητοποιήσουν ότι δεν έχουν να περιμένουν τίποτα από το κράτος και οδήγησε σε ένα πρωτοφανές για τα διεθνή χρονικά γεγονός: Την κατάληψη ενός κυβερνητικού κτηρίου από γυναίκες!
Αρχικά, στις 2 Σεπτεμβρίου 2020, δύο γυναίκες αρνήθηκαν να εγκαταλείψουν το κτήριο, μετά από προγραμματισμένη συνάντηση που είχαν με την πρόεδρο της Επιτροπής, η μία για την υπόθεση της δολοφονίας του γιου της και η άλλη για τη σεξουαλική κακοποίηση της τετράχρονης κόρης της. Και οι δύο είχαν ταξιδέψει στην Πόλη του Μεξικού από το Σαν Λουίς Ποτοσί. Μετά τη λήξη της συνάντησης και όταν είδαν ότι καμία πρόοδος δεν είχε γίνει στη διερεύνηση των εγκλημάτων, κατήγγειλαν την απραξία της Επιτροπής, δέθηκαν σε καρέκλες των γραφείων και ζήτησαν τη στήριξη συλλογικοτήτων. Στο κάλεσμά τους ανταποκρίθηκαν δεκάδες μέλη γυναικείων ομάδων, με καταλυτική την παρουσία των αναρχοφεμινιστριών του Μαύρου Μπλοκ, καθώς και πολλοί ακόμα συγγενείς θυμάτων έμφυλης βίας. Την πρώτη νύχτα οι αλληλέγγυες συγκεντρώθηκαν έξω από το κτήριο και κοιμήθηκαν στο πεζοδρόμιο. Όπως αφηγείται μια από τις γυναίκες εκείνες, η Έρικα, έμειναν έξω, στο κρύο και υπέμειναν προσβολές περαστικών. Το πρωί το ξανασκέφτηκαν. Μία από τις κοπέλες αναρωτήθηκε: «Γιατί καθόμαστε εδώ στο κρύο και δεν μπαίνουμε μέσα;» Συνέταξαν μία λίστα αιτημάτων και την επόμενη μέρα, την Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου, εισέβαλαν στο κτήριο, αναγκάζοντας τους υπαλλήλους και τους φρουρούς να αποχωρήσουν.
Στην κατάληψη συνέρρευσαν γυναίκες κάθε ηλικίας, παιδιά, αλλά και άντρες συγγενείς των θυμάτων. Περιγράφουν ότι όταν μπήκαν για πρώτη φορά στο κτήριο έμειναν άφωνοι με τον πλούτο που συνάντησαν. Στα ντουλάπια της επιτροπής βρήκαν τρόφιμα, ακριβά κρέατα, παγωτά, ποικιλίες φρούτων και λαχανικών που δεν είχαν δει ποτέ στη ζωή τους. Οι περισσότερες από αυτές τις οικογένειες ζουν μέσα στη φτώχεια και ό,τι χρήματα είχαν μαζέψει μια ζωή έχουν εξαντληθεί στις έρευνες, στα μεταφορικά τους έξοδα και ό,τι άλλο απαιτείται στην προσπάθειά τους να βρουν δικαιοσύνη, να μην ξεχαστούν οι νεκρές κόρες τους, να τιμωρηθούν οι ένοχοι.
Η Έρικα είναι 42 χρονών. Τρία χρόνια πριν είχε βιαστεί η τότε επτάχρονη κόρη της από μέλος της οικογένειας. Η Έρικα πήγε στην αστυνομία, το κατήγγειλε και βρέθηκε εγκλωβισμένη στη γραφειοκρατία. Προσέφυγε σε κάθε θεσμό που υπήρχε χωρίς κανένα αποτέλεσμα. Ο βιαστής όχι μόνο παρέμενε ελεύθερος αλλά την πέταξε έξω απ’ το σπίτι που έμενε μαζί με τα τρία παιδιά της και βρέθηκαν άστεγοι, στο δρόμο, αναζητώντας καταφύγιο.
Η κατάληψη έγινε το καταφύγιό της. Το αποικιακού ρυθμού οικοδόμημα της οδού Republica de Cuba, στο ιστορικό κέντρο της Πόλης της Μεξικού, όπου στεγαζόταν η Εθνική Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, μετονομάστηκε σε Okupa Cuba Casa Refugio (Κατάληψη Κούβα - Καταφύγιο), θέλοντας να προσφέρει στέγη, φωνή, αλληλεγγύη και δύναμη σε γυναίκες που βρίσκονται αντιμέτωπες με την έμφυλη βία και στον αγώνα για την εξάλειψή της.
Οι καταληψίες έφτιαξαν ένα μεγάλο γκράφιτι με το σύνθημα «ΔΕΝ ΞΕΧΝΑΜΕ – ΔΕΝ ΣΥΧΓΩΡΟΥΜΕ», έγραψαν συνθήματα, ζωγράφισαν στους τοίχους, τα γραφεία μετατράπηκαν σε υπνοδωμάτια και η καφετέρια του προσωπικού έγινε συλλογική κουζίνα. Άρχισαν να καταφτάνουν γυναίκες απ’ όλο το Μεξικό, άλλες για να απαγγείλουν ποιήματα, άλλες για να παίξουν μουσική και άλλες για να γράψουν στους τοίχους το όνομα των κακοποιητών τους. Εκατοντάδες άνθρωποι στήριξαν τη συλλογή ρούχων, τροφίμων, ειδών πρώτης ανάγκης για γυναίκες και παιδιά, που άρχισαν να διανέμονται σε οικογένειες που χρειάζονται στήριξη.
Ανάμεσα στα αρχικά αιτήματα ήταν τα εξής: να μην ασκηθούν διώξεις για την κατάληψη, εκπαίδευση της αστυνομίας για θέματα φύλου, δέσμευση του προέδρου της χώρας να συντάξει αναφορά με συγκεκριμένες δράσεις για την εξάλειψη της έμφυλης βίας, να δοθούν εγγυήσεις ότι θα εξετάζονται και θα εκδικάζονται άμεσα από τη δικαιοσύνη οι γυναικοκτονίες και οι εξαφανίσεις, να υπάρχει διερμηνέας για τις ιθαγενείς ώστε να εξασφαλίζεται η ισότιμη πρόσβασή τους στα δικαστήρια, να ληφθούν μέτρα για την προστασία των παιδιών από τη σεξουαλική κακοποίηση…
Η κατάληψη ήταν η κορύφωση ενός έτους δυναμικών κινητοποιήσεων ενάντια στην έμφυλη βία, μέσα στις οποίες αναδείχτηκε και εξαπλώθηκε το Μαύρο Μπλοκ, ενώ πολλές γυναίκες ριζοσπαστικοποιήθηκαν αφότου βρέθηκαν αντιμέτωπες με την αστυνομική βία κατά τη διάρκεια εκείνων των κινητοποιήσεων. Μέσα σε μία συνθήκη όπου που κάθε μέρα, με το που ξυπνούν διαβάζουν στα social media για νέες υποθέσεις εξαφανισμένων, δολοφονημένων, βιασμένων γυναικών, οι δράσεις που οργανώνει το Μαύρο Μπλοκ αποτέλεσαν σημείο έμπνευσης και συλλογικοποίησης. Η παρουσία τους, στο Μεξικό, δεν παραπέμπει μόνο στα αναρχικά μαύρα μπλοκ των διεθνών διαδηλώσεων, αλλά και στο κίνημα των ιθαγενών Ζαπατίστας, που με καλυμμένα τα πρόσωπά τους εξεγέρθηκαν το 1994 και συνεχίζουν μέχρι σήμερα, καταλαμβάνοντας όχι μόνο ένα κτήριο, αλλά γη και εδάφη, συγκροτώντας εξεγερμένες κοινότητες.
Μία από τις γνωστότερες κινήσεις του μαύρου μπλοκ έναν χρόνο πριν την κατάληψη ήταν μετά τη σεξουαλική κακοποίηση μιας νεαρής κοπέλας από μπάτσους. Διαδηλώτριες βγήκαν στο δρόμο, έσπασαν βιτρίνες, πυρπόλησαν το αστυνομικό τμήμα και έγραψαν συνθήματα στο μνημείο του Αγγέλου της Ανεξαρτησίας. Σε μια μαρμάρινη επιγραφή, στη βάση του αγάλματος που δεσπόζει πάνω από την κεντρική λεωφόρο Paseo de la Reforma, γράφτηκε με μαύρο σπρέι: MEXICO FEMINICIDA (Το Μεξικό διαπράττει γυναικοκτονίες). Απέναντι στις συλλήψεις και την επικείμενη καταστολή, διαδόθηκε και αγκαλιάστηκε το σύνθημα «Fuimos Todas» («Είμασταν όλες μαζί»), γράφοντας ότι «οι βιτρίνες που σπάστηκαν, οι φωτιές, δεν έγιναν από ένα πρόσωπο, έγιναν από όλες εμάς» και αναλαμβάνοντας έτι συλλογικά την ευθύνη ώστε να μην μπορούν να ασκηθούν διώξεις σε συγκεκριμένα άτομα.
Από τη στιγμή που η κατάληψη ανακηρύχθηκε στέγη ατόμων που επέζησαν από την έμφυλη βία, το κτήριο μετατράπηκε σε ασφαλές καταφύγιο για πολλές συγγενείς εξαφανισμένων, ιθαγενείς γυναίκες που έχουν εκτοπιστεί από τα σπίτια τους από το οργανωμένο έγκλημα, γυναίκες που επέζησαν της ενδοοικογενειακής βίας. Στην κατάληψη βρίσκουν στέγη και νομική υποστήριξη. Μαζεύονται μητέρες και μοιράζονται τις ιστορίες τους, ακούν τις μαρτυρίες άλλων μανάδων που οι κόρες τους δολοφονήθηκαν, εξαφανίστηκαν ή βιάστηκαν. Στο κτήριο λειτουργεί μια ζωντανή κοινότητα. Δημιουργήθηκε μια επιτροπή που ανέλαβε το μαγείρεμα, η καθεμία πλένει τα πιάτα της, η καθαριότητα αναλαμβάνεται συλλογικά. Υπάρχουν βάρδιες γυναικών για την περιφρούρηση των εισόδων και μια τακτοποιημένη σειρά μολότοφ δίπλα, για περίπτωση ανάγκης, αφού περιμετρικά της κατάληψης έχουν στηθεί αστυνομικά μπλόκα και η παρουσία της αστυνομίας είναι συνεχής. Οι καταληψίες έχουν αποφασίσει συγκεκριμένα πρωτόκολλα ασφαλείας για την περίπτωση που επιχειρηθεί βίαιη εκκένωση. Η οργάνωση ενός τόσο μεγάλου αριθμού γυναικών είναι αποτέλεσμα διαλόγου και συζητήσεων, όπου σκέφτονται η μία την άλλη, καθώς και τις συνέπειες των πράξεών τους. Είναι έτοιμες και αποφασισμένες να μην δεχτούν τίποτα λιγότερο από δικαιοσύνη. Αγωνίζονται, αντιστέκονται και επιμένουν για να είναι ζωντανές, γιατί όπως λένε, στο Μεξικό, το να παραμείνεις ζωντανή αποτελεί δύσκολη πρόκληση.
Ο μεξικανός πρόεδρος Αντρέζ Μανουέλ Λόπεζ Ομπραδόρ έσπευσε να καταδικάσει την κατάληψη, δηλώνοντας μάλιστα ότι η χώρα δεν έχει σοβαρό πρόβλημα έμφυλης βίας, τη στιγμή που μόνο μέσα στο 2019 καταγράφονται 3.000 γυναικοκτονίες! Ο Ομπραδόρ δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει την προσφιλή τακτική της κεντροαριστεράς, από την οποία προέρχεται. Έτσι, πέρα από το να καταγγέλλει μανιωδώς τους «βανδαλισμούς», προχώρησε ένα βήμα παραπέρα, λέγοντας ότι οι φεμινίστριες είναι συντηρητικές και κομμάτι της αντίδρασης που προσπαθεί να υπονομεύσει την προοδευτική κυβέρνησή του.
Το κτήριο ήταν γεμάτο πίνακες που απεικόνιζαν πρώην προέδρους της χώρας και άλλες ιστορικές φυσιογνωμίες – όλοι άντρες βέβαια. Αυτοί οι πίνακες διακοσμήθηκαν με κραγιόν, σκιές ματιών, μωβ μπούκλες, αλφάδια, ACAB και λουλουδάκια. Στη συνέχεια οι καταληψίες τους έβγαλαν στο δρόμο και πραγματοποίησαν ανοιχτή έκθεση ζωγραφικής. Είχαν τόση μεγάλη επιτυχία, που οι πίνακες δημοπρατήθηκαν για την οικονομική ενίσχυση της στέγης κακοποιημένων γυναικών.
Οι καταληψίες, μεταξύ τους ηλικιωμένες γυναίκες, μητέρες μαζί με τα παιδιά τους, εγκυμονούσες, φοιτήτριες που ανάμεσα στις συνελεύσεις συνδέονται για να παρακολουθήσουν διαδικτυακά μαθήματα, κοπέλες που πρόσφατα είχαν συλληφθεί σε συγκρούσεις με την αστυνομία, αποφάσισαν ότι δεν θα εγκαταλείψουν το κτήριο ακόμα και αν γίνουν δεκτά τα αρχικά τους αιτήματα. Η Okupa Cuba ενέπνευσε παρόμοια εγχειρήματα και σε άλλες πόλεις. Λίγο καιρό αργότερα, καταλήφθηκε το κτήριο της Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και σε γειτονική πολιτεία, όμως εκεί ακολούθησε άμεσα βίαιη αστυνομική εκκένωση. Την επόμενη μέρα, οι αναρχικές του μαύρου μπλοκ επέστρεψαν φωνάζοντας το σύνθημα «αν δεν είναι δικό μας, δεν είναι κανενός». Έσπασαν τα λουκέτα και τα παράθυρα του κτηρίου και στη συνέχεια του έβαλαν φωτιά και το έκαψαν.
Στις 28 Σεπτεμβρίου του 2020 πραγματοποιήθηκε μαχητική διαδήλωση χιλιάδων γυναικών για τη νομιμοποίηση του δικαιώματος στην έκτρωση.
Η κατάληψη συνεχίστηκε και παρά τις διαμάχες που ξέσπασαν στο εσωτερικό της ανάμεσα σε διαφορετικές τάσεις και τις προστριβές ανάμεσα στο μαύρο μπλοκ και τη συμμαχία «Καμία λιγότερη» που είχε σαν αποτέλεσμα την αποχώρηση των τελευταίων μέσα στον πρώτο μήνα. Από δηλώσεις τους στον Τύπο, εκπρόσωποι της συμμαχίας φαίνεται ότι διαφώνησαν με τη δημιουργία μιας «κομμούνας», όπως χαρακτήρισαν τη λειτουργία της κατάληψης με πολιτικές εκδηλώσεις, εργαστήρια και συνελεύσεις. Ωστόσο, από τις πιο δυσάρεστες καταγγελίες που έγιναν, και δεν μπορούμε να παραγνωρίσουμε, είναι ότι εμφανίστηκε και η απαράδεκτη τάση ενός κομματιού που θέλει να αποκλείει τη συμμετοχή trans γυναικών, ενώ το εγχείρημα αρχικά είχε πλαισιωθεί από LGBTQ+ άτομα.
Αξίζει να αναφερθεί ότι μέχρι τον Οκτώβριο του 2020, δηλαδή μέσα σε ένα μήνα από την κατάληψη, πολλές γυναίκες που βρέθηκαν εκεί προκειμένου να διαμαρτυρηθούν για συγκεκριμένες υποθέσεις για τις οποίες οι αστυνομικές και δικαστικές αρχές αδιαφορούσαν ή κωλυσιεργούσαν χρόνια ολόκληρα, είδαν ξαφνικά, ως δια μαγείας, τις καταγγελίες τους να εισακούγονται και τις υποθέσεις τους να προχωρούν, παίρνοντας τη νομική οδό. Ήταν και αυτός ένας λόγος που πολλές γυναίκες θεωρώντας ότι βρήκαν δικαίωση έπαψαν να συμμετέχουν. Άλλες παρέμειναν. Η Έρικα, στην οποία αναφερθήκαμε προηγουμένως, πάλευε τρία χρόνια για να δικαστεί ο βιαστής της κόρης της. Η πρώτη ακροαματική διαδικασία ορίστηκε τον Οκτώβριο του ’20. Στη συνέχεια, την προσέγγισαν από το υπουργείο στέγασης του Μεξικού και της πρότειναν να μεσολαβήσουν για να βρει σπίτι εκείνη και η κόρη της. Η Έρικα αρνήθηκε να φύγουν από την κατάληψη. «Αν υπήρχε ένας τέτοιος χώρος και ήξερα πόσα πολλά θα μου προσέφερε, θα είχα πάει από την πρώτη στιγμή που κακοποιήθηκε η κόρη μου. Σήμερα, η ίδια μου λέει πόσο ασφαλής νιώθει εδώ και ότι θέλει να μείνει εδώ για πάντα», λέει η Έρικα.
Πηγές:
https://libcom.org/library/okupa-cuba-casa-refugio-shaheen-bagh-mexico
https://voicesinmovement.org/feminist-collectives-take-over-cndh-in-mexico-city/
https://www.aljazeera.com/features/2020/10/29/block-feminists-okupa?fbclid=IwAR1tW6OUjxDhNcWKtzPVskoaSuZ8VhdoXcoTk0ihKtk-KUwgXuSK3VU6m8k
Μετάφραση: solidari@