Η γνώση ανήκει σε όλη την κοινωνία και όχι στο κεφάλαιο και στην εξουσία


Με την προσκείμενη αναθεώρηση του άρθρου 16 καταργείται η πολιτειακή συνταγματική υποχρέωση της εξασφάλισης μιας απρόσκοπτης, δωρεάν και δημόσιας λειτουργίας της παιδείας, της τέχνης και της επιστήμης. Θα ήταν υπεραπλουστικό και παραπλανητικό να πιστεύουμε πως η ύπαρξη του άρθρου αποτρέπει την κερδοσκοπική αντίληψη γύρω από την γνώση ή την αλλοτριωμένη και εμπορευματοποιημένη λειτουργία των πανεπιστημίων, ωστόσο, η αναθεώρησή του θα νομιμοποιήσει έναν νέο κύκλο αυθαιρεσιών σε βάρος των κοινωνικών μας αγαθών. Στην ουσία, και, συγκεκριμένα, ως προς την τριτοβάθμια εκπαίδευση, με την νομιμοποίηση της λειτουργίας ιδιωτικών ιδρυμάτων ανοίγεται ο δρόμος αφενός για την υποβάθμιση και επακόλουθη όξυνση της -ήδη υφιστάμενης- υποχρηματοδότησης των δημόσιων πανεπιστημίων και αφετέρου για την εντατικότερη εισροή ιδιωτικών κεφαλαίων και εξάρτησης των πανεπιστημίων από αυτά. Συγκεκριμένα, έχει ενδιαφέρον να παρατηρήσουμε ότι το 2007 που είχε κινηθεί αντίστοιχη διαδικασία αναθεώρησης του άρθρου, η κρατική χρηματοδότηση για την εκπαίδευση σημειώνεται μειωμένη. Η μείωση αυτή της χρηματοδότησης, ωθεί τα πανεπιστήμια στο να λειτουργήσουν με όρους επιχειρηματικούς, προκειμένου να δείχνουν “ελκυστικά”, να προσαρμοστούν στην αγορά εργασίας και να εξασφαλίσουν την αυτοχρηματοδότηση τους.


Οφείλουμε να προβληματιστούμε ως προς το εξής: την στιγμή που όταν η παιδεία είναι -κατ’ ευφημισμόν- δωρεάν επικρατεί ένα κλίμα ανταγωνισμού με υπέρογκους “όρους”, σεμινάρια, “εθελοντικά” προγράμματα κλπ, προκειμένου οι φοιτητές να βρίσκονται και πάλι αντιμέτωποι με έναν απίστευτα περιορισμένο αριθμό ευκαιριών και θέσεων, τί θα συμβεί όταν νομιμοποιηθεί μια “εύρυθμη” εισροή του ιδιωτικού στην τριτοβάθμια εκπαίδευση; Προφανώς, ως επακόλουθο, νομιμοποιείται και η συγχώνευση ή και το κλείσιμο σχολών που με όρους κόστους-κέρδους δεν θα αντέξουν τον ανταγωνισμό (βλ. ανθρωπιστικές σχολές, ξενόγλωσσα, τμήματα στην παραμεθόριο Ελλάδα κλπ.), τόσο εντός των δημόσιων ιδρυμάτων όσο και σε συνάρτηση με τα “ισότιμα” ιδιωτικά παραρτήματα. Έτσι, με την αναθεώρηση του άρθρου 16 εδραιώνονται όλα αυτά που συντελούνται ήδη από το κράτος με την διαρκή επίθεση στον δημόσιο και ελεύθερο χαρακτήρα της παιδείας.


Αυτή ακριβώς η επίθεση στην τριτοβάθμια εκπαίδευση μεθοδεύεται γενικότερα από μια σειρά νομοθετικών και πρακτικών παρεμβάσεων, όπως λ.χ. η ψήφιση του νόμου 4777 αλλά και των νόμων για την αξιολόγηση των πανεπιστημίων κ.ά. Το κράτος -πολιτική μορφή της καπιταλιστικής κοινωνίας- αναλαμβάνει εξ ολοκλήρου την ευθύνη της οργάνωσης και λειτουργίας του πανεπιστημίου, ανοίγοντας τον δρόμο για την εμπορευματοποίησή του που έχει ως στόχο να μετατρέψει το εκπαιδευτικό ίδρυμα σε επιχείρηση. Αυτό φαίνεται από το γεγονός ότι η γνώση γίνεται μέσο παραγωγής και το καπιταλιστικό σύστημα υπολογίζει την αξία της και από ελεύθερη, αφηρημένη και ζωντανή γίνεται προϊόν ενός “καλοστημένου” συστήματος. Η “περίφραξη” της γνώσης (ιδιωτικοποίηση, εμπορευματοποίησή, απαλλοτρίωσή της μέσω των καθεστώτων πνευματικής ιδιοκτησίας) αποτελεί βασικό πυλώνα της εκπαιδευτικής αναδιάρθωσης.


Στην ίδια κατεύθυνση παρατηρείται ο κατακερματισμός του γνωστικού αντικειμένου και ο περιορισμός των εργατικών δικαιωμάτων. Ενδιαφέρον έχει να παρακολουθήσουμε ενδεικτικά το παράδειγμα της Αρχαιολογίας, ως πληττόμενος κλάδος των ανθρωπιστικών σπουδών. Από την μία, ενώ στην πράξη η έρευνα και η ανασκαφή κατοχυρώνονται από το πτυχίο, ισχύει το εξής: υποχρηματοδότηση και εξάρτηση από ιδιωτικά κεφάλαια -όταν και αν και αυτά δίνονται- , μειωμένες θέσεις, εγκαθίδρυση άτυπων προϋποθέσεων και αμίσθωτη συμμετοχή σε προγράμματα (λ.χ. εθελοντικές ανασκαφές) για πιο “ελκυστικά” πτυχία. Παράλληλα, όσο στον τομέα της εκπαίδευσης ο διορισμός, ακόμα και έπειτα από την παρακολούθηση όλων των “απαραίτητων” προγραμμάτων κατάρτισης, φαντάζει “άθλος”, πλήττονται και οι θέσεις σχετικές με τον πολιτισμό, με την κατάργηση των ταχύρρυθμων σεμιναρίων για την απόκτηση άδειας ξεναγού από φοιτητές ιστορικού αρχαιολογικού, και τις υπέρογκες προϋποθέσεις για την εισαγωγή στην σχολή ξεναγών (ποσοστό 30% των προκηρυσσόμενων θέσεων για το σύνολο των πτυχιούχων τριτοβάθμιας, κατοχή δύο+ γλωσσών, κοινωνικά κριτήρια κλπ) και την παράλληλη ιδιωτικοποίηση των μεγαλύτερων μουσείων της χώρας και την επακόλουθη την αυθαίρετη διοίκηση αυτών (π.χ. διαγωνισμός ΟΔΑΠ για την διαχείριση των εισιτηρίων της Ακρόπολης από ιδιώτες, συμβάσεις ορισμένου χρόνου σε φύλακες, “δανεισμοί” αρχαιοτήτων κλπ). Γενικότερα, κύριο μέλημα είναι η κατάρτιση των φοιτητών σε περιορισμένους γνωστικούς τομείς ώστε να μπορούν να εργαστούν αποκλειστικά σε ένα περιορισμένο εργασιακό χώρο καλύπτοντας έτσι τις ανάγκες της καπιταλιστικής παραγωγής και διευρύνοντας το χάσμα μεταξύ γνώσης-εκπαίδευσης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να “πλάθονται” άνθρωποι δια βίου και δια της βίας και δημιουργείται ένα υποτιμημένο εργατικό δυναμικό. Παράλληλα, ο σύγχρονος ολοκληρωτισμός έρχεται να συντηριτικοποιήσει, μεταξύ άλλων, και τον χώρο του πανεπιστημίου, τόσο ως χώρος εκπαίδευσης όσο και κοινωνικοπολιτικής δράσης, με την επικράτηση σχέσεων εξουσίας-ιεραρχίας, χειραγώγησης και εντατικοποίησης.


Σημαντική κρίνεται και η θέσπιση της ΕΒΕ (Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής) που έχει “στρώσει το χαλί” ήδη από το 2021 για την επιβολή ταξικής εξαίρεσης στην παιδεία, την εκούσια υποβάθμιση των ΑΕΙ και τον αποκλεισμό υποψηφίων φοιτητών. Ειδικότερα, οι κύριοι αρμόδιοι πρώην ΑΔΙΠ και ΥΠΑΙΘ, με την καθιέρωση συντελεστών βαρύτητας, που στηρίζουν τον βαθμό εισαγωγής στο εκάστοτε τμήμα για τον υποψήφιο, υπόσχονται την ποιοτική αναβάθμιση των ιδρυμάτων. Αντιθέτως, το αποτέλεσμα ήταν ο αποκλεισμός χιλιάδων υποψηφίων λόγω ΕΒΕ(βλ. ειδικά μαθήματα Αρχιτεκτονική, Μεταφραστικό κλπ.), στρέφοντάς τους σε ιδιωτικά κολλέγια -αν είναι αυτό οικονομικά βιώσιμο- ή στο να βγουν στην αγορά εργασίας με μηδαμινά εργασιακά δικαιώματα, εντείνοντας έτσι τους ταξικούς φραγμούς μεταξύ των ευνοημένων που έχουν την δυνατότητα να σπουδάσουν στα ιδιωτικά- “πρότυπα” πανεπιστήμια, όσους καταφέρουν να μπουν στα εναπομείναντα -υποβαθμισμένα- κρατικά και αυτούς που θα επιδιώξουν να βιοποριστούν, πνιγμένοι στο “καζάνι” της αγοράς εργασίας. Το κράτος μεταφέροντας, για άλλη μία φορά, την κουλτούρα του ελιτισμού και του ακαδημαϊσμού, όχι απλά ωφελείται από την απονέκρωση τμημάτων από την πολιτική ζύμωση και τον συνδικαλισμό, αλλά πρωτίστως κερδοσκοπεί πάνω στις πλάτες των υποψηφίων, εφόσον με τις ελλιπείς θέσεις στα πανεπιστημιακά ιδρύματα τίθεται ξαφνικά από την ΕΘΑΕΕ και το θέμα της υπολειτουργίας των τμημάτων που μένουν με ελάχιστους ή και με καθόλου νέους εισαχθέντες.
Επιπλέον, υφαίνοντας το πλέγμα της αναδιάρθρωσης οφείλουμε να κάνουμε λόγο για τις διαγραφές, τα πειθαρχικά και την εντεινόμενη καταστολή. Συγκεκριμένα, με την θέσπιση ορίου ν+2 για σχολές τεταρτοετής φοίτησης και ν+3 για τις υπόλοιπες περιφρουρείται ο ολοένα και εντονότερος συντηρητικός χαρακτήρας της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με βάση το ελιτιστικό αφήγημα περί αριστείας, “τιμωρώντας” φοιτητ(ρι)ές που δεν ανταπεξέρχονται στους εντατικοποιημένους ρυθμούς σπουδών. Συγχρόνως, καθίστανται σημαντικό και το κομμάτι της καταστολής-κρατικής βίας που κινείται στα πλαίσια της πανεπιστημιακής κοινότητας αλλά και της κοινωνίας ευρύτερα. Η καταστολή δεν αποτελεί ένα μέσο “προστασίας” ή μία “περιφρούρηση”, αντιθέτως αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της εξουσίας και του κρατικού μηχανισμού, με κύριο μέλημα να περιφρουρήσει το αφήγημα περί επικυριαρχίας του και να δομήσει ένα ολοκληρωτικό πανεπιστήμιο- μπίζνα προσαρμοσμένο στα μέτρα του. Απειλές, ποινές, πειθαρχικά έρχονται να σκορπίσουν τον φόβο έχοντας ως συνέπεια να οδηγούν σε αδράνεια οποιαδήποτε φωνή ξεσηκωμού και αντίδρασης, δημιουργώντας ένα περιβάλλον που καταπατά τις ελευθερίες μας, καταδικάζει την κοινωνικοπολιτική μας δράση και “σπάει” το αίσθημα αλληλεγγύης-συντροφικότητας. Αυτό το κλίμα έρχεται να εδραιωθεί στα πανεπιστήμια στο πλαίσιο εφαρμογής νόμος και τάξη, καταπατώντας το άσυλο, το οποίο αποτελεί κομμάτι του ευρύτερου αγώνα- και των ελευθεριών μας- ενάντια στο σύγχρονο ολοκληρωτισμό και την εκπαιδευτική αναδιάρθρωση.


Η αξιολόγηση των ιδρυμάτων με όρους “συνεισφοράς” στην αγορά εργασίας, η αυτοχρηματοδότησή τους μέσα από “χορηγίες” και ο κίνδυνος κλεισίματός τους, αποτυπώνει ακριβώς την μετατροπή της εκπαιδευτικής διαδικασίας σε εμπόρευμα, με τους διδάσκοντες -“υπαλλήλους” υποταγμένους στα συμφέροντα των αφεντικών και τους σπουδαστές- “πελάτες”. Παρατηρούμε τα πτυχία μας να ξεγυμνώνονται με την απόσπαση της παιδαγωγικής επάρκειας και την δημιουργία νέων -επί πληρωμή και περιορισμένης συμμετοχής- προγραμμάτων κατάρτισης(βλ. παράδειγμα ΕΚΠΑ). Συγχρόνως, επιβάλλεται μια ανάγκη για συνεχή μετεκπαίδευση με την λειτουργία -εξίσου επί πληρωμή- προγραμμάτων
επιμόρφωσης τύπου ΚΕΔΙΒΙΜ ΑΠΘ, που αφενός υπονομεύουν την αξία του πτυχίου και αφετέρου καλλιεργούν μια κουλτούρα ανταγωνισμού μεταξύ των φοιτητ(ρι)ών κατά τη διάρκεια της φοίτησής τους όσο και μεταξύ των αποφοίτων-μελλοντικών εργαζομένων. Ενδεικτικά, βλέπουμε ήδη να έχουν την τιμητική τους σεμινάρια επιμόρφωσης για τις Μαθησιακές Δυσκολίες και την Ειδική Αγωγή για όσους πτυχιούχους επιθυμούν να απορροφηθούν στον τομέα της εκπαίδευσης, καθιερώνοντάς το σταδιακά ως ένα απαραίτητο προσόν, το κόστος του οποίου μετακυλά στις δικές μας πλάτες. Αντιστοίχως και με τα μεταπτυχιακά προγράμματα σπουδών, όπου αυτά είναι δωρεάν, οι θέσεις είναι περιορισμένες και οι απαιτήσεις εισαγωγής αυξημένες, ενώ δεν είναι και λίγα τα τμήματα που δεν διαθέτουν καν την επιλογή δωρεάν μεταπτυχιακού (βλ. ΠΑΜΑΚ Βαλκανικών 2.500-3.600€, ΑΠΘ Αγγλικής 2.500-3.000€).


Ως φοιτητ(ρι)ές βαδίζουμε στους δρόμους που χάραξαν τα ριζοσπαστικά εκπαιδευτικά κινήματα του 2006-2007 ενάντια στην αναθεώρηση του άρθρου 16. Ένα κίνημα που αποτέλεσε και θα συνεχίζει να αποτελεί ένα θραύσμα κοινωνικών αγώνων διακτινίζοντας με την κίνησή τους κομήτες νέων αντιστάσεων. Απέναντι στον κόσμο της εκμετάλλευσης, της εμπορευματοποίησης, της καταστολής εμείς, βάζοντας μπροστά τα ελευθεριακά και αντικρατικά προτάγματα μας, οργανωνόμαστε στη βάση μακριά από λογικές ανάθεσης. Αγωνιζόμαστε για ένα δωρεάν πανεπιστήμιο, ελεύθερο από επιχειρηματικές λογικές και μηχανισμούς καταστολής. Η συλλογική μνήμη μας θα συνιστά διαδικασία παλινδρόμησης μέσα στο χρόνο, εκεί που το παρόν συνυπάρχει με το παρελθόν, συνθέτει την πολιτική διάσταση της ως αναμονή δικαίωσης στο μέλλον των αγώνων που δόθηκαν και δίνονται


ΤΟ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΔΕΝ ΛΥΝΕΤΑΙ ΜΕ ΝΟΜΟΥΣ Ή ΜΙΑ ΖΩΗ ΣΤΙΣ ΑΙΘΟΥΣΕΣ Ή ΜΙΑ ΖΩΗ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ
-Δημόσια και Δωρεάν Παιδεία για όλους/όλες
-Καμία σκέψη για ιδιωτικά πανεπιστήμια
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΚΟ ΣΧΗΜΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗΣ

esf anakoinosi a16 2023 1

esf anakoinosi a16 2023 2

esf anakoinosi a16 2023 3