Ο κλάδος του Επισιτισμού-Τουρισμού βρίσκεται εδώ και χρόνια σε μία δεινή θέση όσων αφορά τα εργατικά δικαιώματα και τις συνθήκες εργασίας. Από το 2003 μέχρι και το 2008 υπήρχε μία ενίσχυση του κλάδου που μεταφραζόταν, εκτός από μεγάλο κέρδος για τα αφεντικά, σε αρκετές θέσεις εργασίας με καλύτερες συνθήκες. Αυτό αναφέρετε, γιατί μέχρι και το 2010 επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ υπήρχε μία Συλλογική Σύμβαση Εργασίας που δυσκόλευε τα αφεντικά να λειτουργούν αυθαίρετα. Με την είσοδο της χώρας στο μηχανισμό στήριξης του ΔΝΤ και της ΕΚΤ εξαγγέλθηκαν και νέα δημοσιονομικά μέτρα. Με το δεύτερο μνημόνιο σε ισχύ και την άρνηση των τριών κύριων εργοδοτικών οργανώσεων του κλάδου - Ξενοδόχοι, Εστιάτορες, βιοτεχνίες και βιομηχανίες Ζαχαρωδών - να υπογράψουν νέα Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (Σ.Σ.Ε), ο τομέας του Επισιτισμού έμεινε χωρίς Σ.Σ.Ε σε ισχύ. Οι ατομικές συμβάσεις που δημιουργήθηκαν έθεσαν και τους όρους εκμετάλλευσης των εργαζομένων που ονειρευόντουσαν τα αφεντικά, για την περαιτέρω αύξηση του κέρδους, σε έναν ήδη κερδοφόρο κλάδο. Από εκεί και πέρα εντατικοποιούνται μια σειρά από εργοδοτικές αυθαιρεσίες, όπως η αύξηση της ανασφάλιστης εργασίας, οι απλήρωτες υπερωρίες, η ευελιξία στα ωράρια και στο ωρομίσθιο, οι έξι συνεχόμενες μέρες εργασίας και η ουσιαστική κατάργηση των σαράντα ωρών εβδομαδιαίως, ενώ σε περιπτώσεις εποχικής εργασίας είναι κοινό μυστικό η επταήμερη εργασία και η πέραν του οκταώρου εργασία ημερησίως. Ουσιαστικά πραγματοποιείται ένας εκβιασμός των εργαζομένων από τα αφεντικά του κλάδου βάσει της απώλειας της συλλογικής σύμβασης και της αναλωσιμότητας των ανειδίκευτων εργατών, αυτής της μεγάλης δεξαμενής ανέργων που κληροδότησε η παγκόσμια οικονομική κρίση του 2008.


Μετά το 2013, βλέπουμε τον κλάδο να αυξάνει τα κέρδη των αφεντικών, αλλά για τους εργαζομένους του, να έχει ήδη παγιωθεί ένα πεδίο στο οποίο επικρατούν εργασιακές συνθήκες γαλέρας. Φτάνοντας στον Μάρτη του 2020 και την πανδημία της ασθένειας Covid-19, ο κλάδος είναι ένας από αυτούς που δέχονται βαρύ πλήγμα. Η πανδημία λειτουργεί ως επιταχυντής της συστημικής κρίσης και η διαχείρισή της φέρνει άμεση αναδιάρθρωση στην οικονομική αλυσίδα. Στον κλάδο του επισιτισμού-τουρισμού οι μεγάλες αλυσίδες καφέ και αρτοποιείων είναι αυτές που στο τέλος της ημέρας θα επιβίωναν. Η ραχοκοκαλιά του επισιτισμού-τουρισμού που είναι οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις φαινόταν έτοιμη να καταρρεύσει. Πολλές τέτοιες επιχειρήσεις είτε έκλεισαν θέτοντας το προσωπικό τους σε αναστολή είτε μείωσαν δραστικά τον αριθμό των εργαζομένων, κάτι που συνεχίστηκε και το καλοκαίρι. Για τα αστικά κέντρα, το καλοκαίρι είναι μία περίοδος μικρής κερδοφορίας, οπότε δεν επιχείρησαν να θέσουν πάλι σε εργασία όσους ήταν σε αναστολή και προφανώς δεν έγιναν προσλήψεις, αφήνοντας χιλιάδες ανθρώπους άνεργους. Στην εποχική εργασία και στις τουριστικές ζώνες, όπου εκεί οι απαιτήσεις σε εργατικό δυναμικό ήταν πολλές τα προηγούμενα χρόνια, τη φετινή περίοδο πολλά μαγαζιά προσέλαβαν λιγότερο προσωπικό και για μικρότερο διάστημα –αφού σε πολλές περιοχές η τουριστική περίοδος από εννέα μήνες, φέτος έπεσε στους τρεις- μετακυλίοντας περισσότερες αρμοδιότητες στους εργαζομένους, φοβούμενοι από τη μία την πιθανότητα κλεισίματος εν μέσω καλοκαιρινής σεζόν και από την άλλη, αξιοποιώντας την συγκυρία ώστε να μειώσουν το κόστος εργατικού δυναμικού για να ισοφαρίσουν την ζημιά αλλά και για να αυξήσουν τα κέρδη και προνόμιά τους- με επιπλέον μειώσεις μισθών και αυξήσεις των ωρών εργασίας.


Φυσικά, σε όλο αυτό το διάστημα του πρώτου lockdown και της καλοκαιρινής εποχικής εργασίας, οι εργοδοτικές αυθαιρεσίες κυριαρχούσαν και εντείνονταν στον κλάδο. Από τον εκβιασμό των εργαζομένων που απασχολούνταν, σε συνθήκες ανασφάλιστης εργασίας και υπερωριών υπό την απειλή της ανεργίας, μέχρι και τον εξαναγκασμό τους να δίνουν “αποζημίωση” στα αφεντικά, χρήματα από το κρατικό επίδομα που λαμβάνανε όσοι ήταν σε αναστολή εργασίας αλλά ταυτόχρονα δουλεύανε αμισθί.


Έτσι φτάνει η 7η του Νοέμβρη, όπου η αδιαφορία του κράτους για την υγεία μπροστά στην υποτιθέμενη ανάκαμψη της οικονομίας μέσω του τουρισμού και η ταυτόχρονη μη ενίσχυση του Εθνικού Συστήματος Υγείας, διαμόρφωσε ένα εκρηκτικό κλίμα και έφερε ως αναπόφευκτο αποτέλεσμα την έξαρση της πανδημίας. Σύντομα τέθηκε σε ισχύ το δεύτερο lockdown με σκοπό να ανακοπεί η εκθετική αύξηση της νόσου. Το lockdown από μόνο του δεν κατάφερε φυσικά να επιτύχει την ανακοπή της έξαρσης του ιού. Η εγκληματική πολιτική του κράτους συνεχίστηκε με την ενίσχυση του “Ε.Σ.Υ της προστασίας μας ”- όπως ονόμασε ο Υπουργός Προστασία του Πολίτη Μ. Χρυσοχοΐδης, την Ελληνική Αστυνομία, προσλαμβάνοντας και άλλους αστυνομικούς και αγοράζοντας αστυνομικό εξοπλισμό, αντί να προσλαμβάνει γιατρούς και να ενισχύει το δημόσιο σύστημα υγείας. Το κράτος απέδειξε για άλλη μία φορά ότι δεν ενδιαφέρεται για το κοινωνικό σύνολο, παρά μόνο στο βαθμό που αυτό του δίνει την δυνατότητα να αναπαράγει την κυριαρχία του. Μετά από την «ανάκαμψη» της οικονομίας μέσω του τουρισμού, το κράτος, στο δεύτερο lockdown, που χαρακτηρίζεται από τη σφοδρότητα του δεύτερου κύματος της νόσου με εκατοντάδες νεκρούς ανθρώπους και χιλιάδες νοσούντες, κρατάει ανοικτές τις βιομηχανίες της χώρας. Έτσι διαμορφώνεται μία συνθήκη παρόμοια με της Περιφέρειας της Λομβαρδίας στην βόρεια Ιταλία, όπου φαίνεται η βόρεια Ελλάδα σε μία συνεχόμενη συνθήκη υγειονομικής κατάρρευσης, κατάσταση που τώρα επικρατεί και στη δυτική Αττική.


Με την κοινωνία να δοκιμάζεται απέναντι στην πανδημία της Covid-19 το κράτος, επιβεβαιώνοντας την αντικοινωνική του φύση, φέρνει προς ψήφιση στη βουλή, μέσω της νεοφιλελεύθερης και νεοφασιστικής κυβέρνησης της ΝΔ, το νομοσχέδιο Βρούτση. Ένα νομοσχέδιο που από τη μία διαλύει τα εργασιακά δικαιώματα χιλιάδων εργαζομένων καταργώντας κατακτήσεις αιώνων και από την άλλη περιστέλλει τις συνδικαλιστικές ελευθερίες. Από την κατάργηση του 8ώρου και της κυριακάτικης εργασίας σε μια σειρά από εργασιακούς κλάδους μέχρι την διάλυση των συλλογικών διαδικασιών των σωματείων και την ποινικοποίηση της απεργίας. Εκτός όμως από το νομοσχέδιο, το κράτος παίρνει συνέχεια έκτακτα μέτρα ενίσχυσης των επιχειρήσεων που πλήττονται, με πιο πρόσφατη την μείωση του ενοικίου της επιχείρησης κατά 80% την ίδια ώρα που οι άνεργοι ζούνε με 399,25 ευρώ του ταμείου ανεργίας και 534 ευρώ του επιδόματος.


Απόσπασμα από το κείμενο της Ταξικής παρέμβασης εργαζομένων στον Επισιτισμό-Τουρισμό :
«Αυτή η περίοδος αλλά και οι μέρες που έρχονται πρόκειται να καθορίσουν νέες εργασιακές σχέσεις, σχέσεις πλήρης εξάρτησης από τα αφεντικά και το κράτος. Στα τέλη του Νοεμβρίου ψηφίζεται ακόμα ένα αντεργατικό νομοσχέδιο, εξ ονόματος του Υπουργού Εργασίας Γ. Βρούτση. Σε αυτό το νομοσχέδιο το κράτος επικυρώνει και θεσμοθετεί την κατάργηση του 8ώρου, μιας κατάκτησης ολόκληρου αιώνα των εργαζομένων, επιτρέποντας στην εργοδοσία την αύξηση των ωρών εργασίας από 8 σε 10, με τις δύο παραπάνω ώρες να μην πληρώνονται ως υπερωρία αλλά να δίνονται ως άδεια. Έτσι λοιπόν η εργασία γίνεται 10ωρη. Επίσης το νομοσχέδιο σπρώχνει επιπλέον κλάδους στην κυριακάτικη εργασία καταργώντας και το πενθήμερο. Η εργασία λοιπόν γίνεται και 6ήμερη.[..]
[..]Παράλληλα κάνουν ακόμα πιο δύσκολη την εναντίωση μας μέσα από θεσμικούς φορείς όπως είναι οι προσφυγές στο Σώμα Επιθεώρησης Εργασίας (Σ.Ε.Ε). Περιορίζοντας τις αρμοδιότητες του Σ.Ε.Ε εφεξής οι διαφορές εργοδοτών –εργαζομένων σε επιχειρησιακό ή κλαδικό επίπεδο θα επιλύονται αποκλειστικά στον Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας (Ο.Μ.Ε.Δ), με πολύ πιο χρονοβόρες νομικού τύπου διαδικασίες. Το νομοσχέδιο φέρνει περιορισμούς και προϋποθέσεις και στην κήρυξη απεργίας και στις συλλογικές διαδικασίες των σωματείων. Συγκεκρημένα ορίζεται η ηλεκτρονική ψηφοφορία, προσπαθώντας έτσι να καταργησουν τις συλλογικές διαδικασίες βάσης των εργαζομένων, τις συνελεύσεις και κρίνουν ως παράνομη την εναντίωση μας, την απεργία, δηλώνοντας πως “απαγορεύονται οι καταλήψεις χώρων και εισόδων” ονομάζοντας την όποια παρέμβαση ως “άσκηση ψυχολογικής ή σωματικής βίας”.»


Απόσπασμα κειμένου επίσης από το Σωματείο Σερβιτόρων Μαγείρων και λοιπών εργαζομένων του κλάδου του Επισιτισμού :
«Πιο συγκεκριμένα, το νομοσχέδιο Βρούτση για τα εργασιακά, που ψηφίζεται τέλη Νοέμβρη, προβλέπει υπερδιπλασιασμό των μηνιαίων υπερωριών, που μπορεί να εργαστεί καποι@, ενώ αυτές παύουν να πληρώνονται ως τέτοιες. Το αφεντικό μπορεί πλέον και με τη βούλα του νόμου να μας βάζει να δουλεύουμε τζάμπα επιστρέφοντας μας τις ώρες αυτές ως ρεπό. Εκεί που πληρωνόμασταν με κουπόνια, τώρα θα πληρωνόμαστε σε είδος ακόμη και την κατάργηση του 8ώρου μας. Η κυβερνητική ανακοίνωση μάλιστα αναφέρει αυτολεξεί: «...οι επιχειρήσεις θα μπορούν να απασχολούν εργαζομένους ως 10 ώρες ημερησίως κατά μέγιστο, χωρίς πρόσθετη αμοιβή, εφόσον εντός του ίδιου 6μήνου εξοφλούν τις ώρες με αντίστοιχη μείωση ωρών ή ρεπό ή ημέρες άδειας...». Όχι μόνο θεσμοθετείται η απλήρωτη εργασία, λοιπόν, αλλά και το πρόγραμμα της δουλειάς μας φτάνει σε όρια εξευτελιστικής “ευελιξίας”, με την ώρα προσέλευσης και αποχώρησης μας να μπορεί να αλλάζει ανά μέρα. Υποτίθεται πως αυτή η δυνατότητα θα δίνεται στον εργοδότη μετά τη ‘’συγκατάθεση’’ του εργαζόμενου. Κι εδώ γελάμε, καθώς ζούμε στο πετσί μας τις συμφωνίες/εκβιασμούς των αφεντικών, είτε με νομοσχέδιο είτε χωρίς.


Αφεντικά και κράτος κάνουν ότι περνάει από το χέρι τους για να δυσκολέψουν κάθε μορφή διεκδίκησης των εργαζομένων, ‘βάζοντας χέρι’ και στα συνδικαλιστικά μας δικαιώματα. Αποφάσεις, όπως η εξαγγελία απεργίας, θα μπορούν πλέον να παίρνονται μέσω ηλεκτρονικής ψηφοφορίας, αποδυναμώνοντας με αυτόν τον τρόπο τόσο τη δύναμη των γενικών συνελεύσεων όσο και το κίνητρο των εργαζόμενων για ενεργή συμμετοχή και συνδιαμόρφωση μέσα στο σωματείο. Η Επιθεώρηση Εργασίας αποσύρεται ως ‘’υπέρτατος ρυθμιστής’’ συνδικαλιστικής έκφρασης και δίνει τη θέση της στον ΟΜΕΔ, όπου και κυριαρχεί η εργοδοσία μιας και η επίλυση εργασιακής διαφοράς προϋποθέτει δικηγορικά έξοδα του εργαζομένου. Απ' ότι φαίνεται όμως η μετακύλιση του κόστους διεκδίκησης στις πλάτες μας δεν φτάνει. Απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορεί καποι@ να συνδικαλιστεί είναι το φακέλωμα του στο λεγόμενο «Γενικό Μητρώο», ένα αρχείο με όλους τους εργαζόμενους που θέλουν να οργανωθούν, το οποίο ανά πάσα στιγμή θα βρίσκεται στα χέρια εργοδοτών και υπουργείου.


Η πανδημία φαίνεται να είναι η κατάλληλη συνθήκη για να εδραιωθούν μια και καλή οι παραβιάσεις στις συνδικαλιστικές ελευθερίες. Βλέπουμε το κράτος να τραμπουκίζει απρόκλητα κάθε μορφή συλλογικού μαζέματος και διαδήλωσης, μπάτσοι ξεφυτρώνουν σε παρεμβάσεις μαγαζιών και συνοδεύουν συνδικαλιστές σε συναντήσεις στην επιθεώρηση εργασίας, ενώ η γενική αστυνομική αρχή στέλνει αβέρτα μέηλ σε σωματεία απαγορεύοντας τους με το έτσι θέλω τις συγκεντρώσεις. Κι αν στην περίπτωση της παρέμβασης για την Κυριακάτικη αργία το πρόσχημα ήταν ο covid, στην περίπτωση συγκέντρωσης του Πολιτιστικού Κέντρου Κουρδιστάν η αστυνομία ξεκάθαρα δηλώνει ότι «η απαγόρευση της συνάθροισης αποφασίστηκε επειδή οι οργανωτές δεν γνωστοποίησαν στην κατά τόπο αστυνομική αρχή την πρόθεσή τους για συνάθροιση», εφαρμόζοντας το χουντονόμο περί διαδηλώσεων


Με τα καταστήματα κλειστά μέχρι και τις 7 Ιανουαρίου του νέου έτους και με σκέψεις για επιμήκυνση των μέτρων στο χώρο της εστίασης, όπου φτάνουν μέχρι και τα τέλη Φλεβάρη, πολλοί εργαζόμενοι/ες του κλάδου βρίσκονται σε ένα καθεστώς ομηρίας, είτε στο ταμείο ανεργίας, είτε σε αναστολή. Ουσιαστικά η επιβίωση επαφίεται στο κράτος και τα επιδόματά του. Τα οποία στις περισσότερες περιπτώσεις καθυστερούν, ενώ σε σύγκριση με τον μισθό και την έμμεση ενίσχυση των φιλοδωρημάτων (tips), είναι σημαντικά μειωμένες οι απολαβές αν ο μέσος εργαζόμενος έχει ενοίκιο σπιτιού και ΔΕΚΟ. Δεν αναφερόμαστε καν στο αν ο εργαζόμενος έχει και οικογένεια που βασίζεται στο εισόδημά του.


Στο συνδικαλιστικό πεδίο, βρίσκουμε διάφορα κομμάτια του οργανωμένου συνδικαλισμού να κινούνται. Από τι κινήσεις για την διακλαδική απεργία από τα κάτω μέχρι την 26η Νοέμβρη, δόθηκε ένας σαφές μήνυμα αντίστασης τόσο στην περαιτέρω λεηλασία των εργατικών δικαιωμάτων όσο και στο αστυνομικό κράτος που επιβλήθηκε από την 17 Νοέμβρη και έπειτα.
Το στοίχημα βρίσκεται στην οργάνωση ενός κινήματος που είναι από τα κάτω, σε μία ελευθεριακή κατεύθυνση του συνδικαλισμού. Η οργάνωση του κόσμου της εργασίας μέσα στα συνδικαλιστικά του όργανα, στα σωματεία βάσης, στις εργατικές παρεμβάσεις και ομάδες με ελευθεριακό πρόσημο, δηλαδή μέσα από συλλογικές και οριζόντιες διαδικασίες, έχει αποδείξει πως ο συνδικαλισμός από τα κάτω είναι ένα επικίνδυνο όχημα στα χέρια των εργαζομένων απέναντι στα αφεντικά και στο κράτος. Είναι ένα όχημα που δίνει προοπτικές για ένα καλύτερο μέλλον θέλοντας να διαλύσει τα εργασιακά κάτεργα και θέλοντας να ανοίξει τον δρόμο προς τη χειραφέτηση των εργαζομένων.

Επισκεφτείτε τα παρακάτω link για περαιτέρω ενημέρωση για τις εργασιακές συνθήκες στο κλάδο του Επισιτισμού-Τουρισμού και τους εργατικούς αγώνες
Σωματείο Σερβιτόρων Μαγείρων & λοιπών εργαζομένων του κλάδου του επισιτισμού (ΣΣΜ)
Εργατικά Σωματεία Ιδιωτικού και Δημόσιου τομέα

Πηγές και χρήσιμοι σύνδεσμοι με στατιστικά και πληροφορίες
Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία 
Άρθρο «Πεινάμε...Πόσο απλά να το πούμε» της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Εργαζομένων στον Επισιτισμό-Τουρισμό
Δε Θα δουλεύουμε τσάμπα ούτε στην πανδημία ούτε τσα καλύτερα όνειρά σας, κείμενο του Σωματείου Σερβιτόρων Μαγείρων
Ο κλάδος του επισιτισμού σήμερα, άρθρο από την Κομμουνιστική Επιθεώρηση (ΚΟΜΕΠ)
Άρθρο την Ιστοσελίδα Capital.gr
Κανένας εργαζόμενος μόνος – καμία εργαζόμενη μόνη | Ταξική Παρέμβαση στον Επισιτισμό