Αναρχική, αγωνίστρια της Παρισινής Κομμούνας, πρωτοπόρα της γυναικείας χειραφέτησης, δασκάλα, παιδαγωγός, ποιήτρια, φλογερή ρήτορας. Αυτοί είναι μόνο μερικοί από τους χαρακτηρισμούς που μπορούν να αποδοθούν και να περιγράψουν τη ζωή της μεγάλης επαναστάτριας Λουίζ Μισέλ, η οποία αφιέρωσε όλη της τη ζωή στον αγώνα για την ανατροπή του κόσμου του κράτους και της αδικίας και τη δημιουργία μιας κοινωνίας ελευθερίας και ισότητας.

Τα πρώτα χρόνια


Η Λουίζ Μισέλ γεννήθηκε στις 29 Μαΐου του 1830, στο κάστρο Βρονκούρ της βορειοανατολικής Γαλλίας, στο οποίο η μητέρα της εργαζόταν ως υπηρέτρια. Τα πρώτα χρόνια της ζωής της, την ανατροφή της ανέλαβαν κυρίως ο παππούς και η γιαγιά της, οι οποίοι την έφεραν σε επαφή με τη σκέψη και τα γραπτά του Βολταίρου, του Ρουσσώ και των Εκγυκλοπεδιστών αλλά και με το τραγούδι και το πιάνο. Από μικρή ηλικία ακόμα, έδειχνε την αγάπη και την ευαισθησία που έτρεφε για τους ανθρώπους, κάτι που την οδήγησε στο να παίρνει το μέρος των καταπιεσμένων και να εξεγείρετε ενάντια στις ανισότητες και την αδικία. Η ίδια η αγωνίστρια, στις αναμνήσεις της περιγράφει τα πρώτα χρόνια της ζωής της ως «ειδυλλιακά».


Σπουδές, μέθοδοι διδασκαλίας και εγκατάσταση στο Παρίσι


Το 1850, μετά το θάνατο των ανθρώπων που τη μεγάλωσαν, η Λουίζ Μισέλ εγκαταστάθηκε στο Σομών και ξεκίνησε να σπουδάζει στην παιδαγωγική ακαδημία. Δύο χρόνια αργότερα, αφού τελείωσε της σπουδές της, άρχισε να δουλεύει σαν δασκάλα σε ένα ιδιωτικό σχολείο στην περιοχή Audeloncourt, που βρίσκεται κοντά στο Βρονκούρ. Κατά την περίοδο που δούλεψε εκεί, εφάρμοσε παιδαγωγικές μεθόδους πρωτόγνωρες για την εποχή: έβγαζε τα παιδιά έξω από το σχολικό κτίριο έτσι ώστε να έρθουν σε επαφή και να ανακαλύψουν τη φύση, τους μίλαγε κατά της αδικίας και τα μάθαινε να τραγουδάνε τη «Μασσαλιώτιδα». Όπως ήταν φυσικό, αυτός ο τρόπος διδασκαλίας σκανδάλισε μεγάλη μερίδα των γονιών, οι οποίοι και στράφηκαν εναντίον της. Μετά από αυτό, δίδαξε για δύο χρόνια σε ένα σχολείο θηλέων που άνοιξε μαζί με τη φίλη της Julie Longchamp.


To 1856 μετακόμισε στο Παρίσι, εκπληρώνοντας έτσι ένα όνειρο που είχε από μικρή. Βρήκε δουλειά ως δασκάλα ενώ παράλληλα επικεντρώθηκε στην ποίηση και στο διάβασμα. Στον ελεύθερo της χρόνο παρακολουθούσε διαλέξεις φυσικής, χημείας και νομικής. Από τη στιγμή που εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, η Λουίζ Μισέλ άρχισε να παρατηρεί και να αντιλαμβάνεται τις ταξικές ανισότητες και την αδικία που επικρατεί γύρω της. Την εποχή αυτή είναι που ήρθε σε επαφή με τα πλέον φτωχά και εξαθλιωμένα στρώματα της παρισινής κοινωνίας και γεννήθηκε μέσα της η οργή για τον τρόπο με τον οποίο είναι οργανωμένη η κοινωνία. Άρχισε, έτσι, να βοηθάει με όποιο τρόπο μπορούσε τους ανήμπορους και να παρακολουθεί πολιτικές συγκεντρώσεις, κάτι που την οδήγησε στο να γνωρίσει σημαντικούς επαναστάτες της εποχής και να γίνει αντικληρική.

Γαλλοπρωσικός πόλεμος


Στις 14 Ιουλίου του 1870, ξέσπασε ο Γαλλοπρωσικός πόλεμος. Η Λουίζ Μισέλ προσπάθησε να κρατήσει ανοικτό το σχολείο και να βρεί φαγητό για τους μαθητές της, ενώ την ίδια στιγμή ανέπτυξε έντονη πολιτική δράση. Δημιούργησε, μαζί με άλλους, την «Επιτροπή Επαγρύπνησης του 18ου Διαμερίσματος» και συνελήφθη για πρώτη φορά, εξαιτίας των κηρυγμάτων της ενάντια στον αφοπλισμό του λαού που είχε προστάξει η κυβέρνηση. Μετά την απελευθέρωσή της, στις 27 Σεπτεμβρίου, συνέχισε την πολιτική της δράση. Τον Δεκμέβριο συνελήφθη ξανά, με την κατηγορία ότι διοργάνωσε μια διαδήλωση μπροστά από το κτίριο στο οποίο στεγαζόταν η κυβέρνηση. Η ίδια, υπερασπιζόμενη τον εαυτό της είπε ότι «δεν θα μπορούσα να έχω διοργανώσει μια διαδήλωση για να μιλήσουμε στην κυβέρνηση, γιατί δεν αναγνώριζα πλέον αυτήν την κυβέρνηση». Τον Ιανουάριο του 1871, οι Πρώσοι κατέλαβαν το Παρίσι και επέτρεψαν στους Γάλλους να σχηματίσουν κυβέρνηση. Η κυβέρνηση που προέκυψε, στην οποία κυριαρχούσαν οι μοναρχικοί, προσπάθησε ανεπιτυχώς να συλλάβει τους δημοκρατικούς. Μέσα σε όλη αυτή την κατάσταση, στις 18 Μαρτίου του 1871 ο λαός του Παρισιού εξεγέρθηκε και ξεκίνησε αυτό που έμεινε γνωστό στην ιστορία ως η «Παρισινή Κομμούνα», μια από τις σημαντικότερες στιγμές στην ιστορία των επαναστατικών κινημάτων.


louise1Η Παρισινή Κομμούνα


Η Κομμούνα του Παρισιού ήταν μια κοινωνική επανάσταση κατά την οποία ο λαός προσπάθησε να αντικαταστήσει την αστική κυβέρνηση και τους παλιούς θεσμούς και να γίνει ο ίδιος εγγυητής της ισότητας και της ελευθερίας του. Η Λουίζ Μισέλ έδωσε όλο της τον εαυτό για την υπεράσπιση της Κομμούνας. Παράλληλα με τον αγώνα που έδωσε στα οδοφράγματα, δίπλα στους συντρόφους και τις συντρόφισσές της, κατά τη διάρκεια της εξέγερσης εργάστηκε και ως νοσοκόμα, ενώ δημιούργησε και την «Ένωση Γυναικών για την Άμυνα του Παρισιού και τη Φροντίδα των Πληγωμένων». Η πίστη και η αφοσίωσή της στον αγώνα και το σκοπό της επανάστασης περιγράφεται μέσα από τα ίδια τα λόγια που παραθέτει η αγωνίστρια στα απομνημονεύματά της : «Μέσα στο μυαλό μου νιώθω το απαλό σκοτάδι μιας ανοιξιάτικης νύχτας. Είναι Μάης του 1871 και βλέπω την πορφυρή αντανάκλαση από τις φλόγες. Είναι το Παρίσι που φλέγεται. Αυτή η φωτιά είναι μια αυγή». Την πτώση της Κομμούνας ακολούθησε μαζική σφαγή δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων. Η Λουίζ Μισέλ παραδόθηκε στις 24 Μαΐου, καθώς οι αρχές είχαν συλλάβει τη μητέρα της και απειλούσαν να τη δολοφονήσουν. Η μητέρα της αφέθηκε ελεύθερη, ενώ η ίδια πέρασε την πόρτα της φυλακής.


Η κυβέρνηση των Βερσαλλιών την οδήγησε σε δικαστήριο, στο οποίο υπερασπίστηκε τις πράξεις της και την Κομμούνα λέγοντας : «Δεν επιθυμώ να υπερασπιστώ τον εαυτό μου και ούτε να με υπερασπιστούν. Ανήκω ολοκληρωτικά στην Κοινωνική Επανάσταση και δηλώνω ότι αναλαμβάνω την ευθύνη για όλες μου τις πράξεις. Αποδέχομαι την ευθύνη στο ακέραιο, χωρίς καμία επιφύλαξη...Όσο για την πυρπόληση του Παρισιού, ναι, συμμετείχα σε αυτήν. Ήθελα να εμποδίσω τους εισβολείς των Βερσαλιών μ’ ένα πύρινο φράγμα. Δεν είχα συνεργό σε αυτό. Έδρασα μόνη μου...Πρέπει να αποκοπώ από την κοινωνία. Έτσι σας έχουν πεί και ο εισαγγελέας έχει δίκιο. Μιας και απ’ ότι φαίνεται κάθε καρδιά που χτυπά στο ρυθμό της ελευθερίας δικαιούται έστω και για λίγο να οδηγήσει τους άλλους, απαιτώ αυτό το δικαίωμα. Αν με αφήσετε να ζήσω, δεν θα σταματήσω να φωνάζω για εκδίκηση και θα καταγγέλλω τους δολοφόνους του Συμβουλίου Χάριτος ως εκδίκηση για τα αδέλφια μου...Τελείωσα...Αν δεν είστε δειλοί, σκοτώστε με». Στις 16 Δεκεμβρίου του 1871, η Λουίζ Μισέλ καταδικάστηκε σε ισόβια εξορία στο νησί της Νέας Καληδονίας.


Εξορία στη Νέα Καληδονία


Στις 8 Αυγούστου του 1873, ξεκίνησε το ταξίδι της για τον τόπο της εξορίας. Κατά τη διάρκεια του ταξιδιού αλλά και των επόμενων χρόνων, ήρθε σε στενή επαφή με την, επίσης εξόριστη, Natalie Lemel, η οποία ήταν ήδη αναρχική. Μέσω αυτής της γνωριμίας και της φιλίας που ανέπτυξαν οι δυο τους, η Λουίζ Μισέλ γνώρισε σε βάθος την αναρχική ιδεολογία. Οι συνθήκες που επικρατούσαν στη Νέα Καληδονία ήταν πολύ αντίξοες. Το 1875, ήρθε σε επαφή με τους αυτόχθονες κατοίκους του νησιού, τους ιθαγενείς Kanak, με τους οποίους ανέπτυξε σχέσεις αλληλοσεβασμού και εμπιστοσύνης ενώ παράλληλα τους δίδαξε γραφή και ανάγνωση. Την περίοδο εκείνη, η Λουίζ Μισέλ υποστήριξε ενεργά τον σκληρό αγώνα που διεξήγαγαν οι Kanak ενάντια στη γαλλική αποικιοκρατία και το ρατσισμό. To 1879, η 49χρονη αγωνίστρια άφησε τη δυτική ακτή του νησιού στην οποία βρισκόταν και εγκαταστάθηκε στην πρωτεύουσα Νουμέα, προκειμένου να εργαστεί ως δασκάλα για τα παιδιά των Kanak και των αποίκων.


Γενική αμνηστία και επιστροφή στη Γαλλία


Το 1880, η γαλλική κυβέρνηση αποφάσισε να χορηγήσει αμνηστία σε όλους τους κρατούμενους που συμμετείχαν στην Παρισινή Κομμούνα. Έτσι, στις 9 Νοέμβρη του 1880, μετά από εφτά χρόνια στην εξορία, η Λουίζ Μισέλ επιστρέφει στη Γαλλία και τυγχάνει θριαμβευτικής υποδοχής από ένα πλήθος 10.000 ανθρώπων. Στις 21 του ίδιου μήνα, δίνει την πρώτη της ομιλία μετά την επιστροφή της από την εξορία. Την περίοδο που ακολουθεί, συμμετέχει σε πολλές συγκεντρώσεις τόσο στη Γαλλία όσο και στο εξωτερικό. Παράλληλα, γράφει άρθρα και δίνει ομιλίες σχετικά με τη σημασία των απεργιών, τον αναρχισμό, και τον αγώνα για την Κοινωνική Επανάσταση. Παράλληλα, επιδιώκει να δημιουργήσει μια συλλογική κουζίνα προκειμένου να ταΐσει όσους γύρισαν από την εξορία, πολλοί εκ των οποίων είναι άνεργοι και βρίσκονται στα όρια της λιμοκτονίας.


louise3

Συνέχιση της δράσης, περιοδείες και φυλακή


Το 1881, η Λουίζ Μισέλ συμμετείχε στο Διεθνές Αναρχικό Συνέδριο του Λονδίνου, όπου διοργάνωσε ομιλίες και διηύθυνε ένα ελευθεριακό σχολείο. Τον Ιανουάριο του 1882, συνελήφθη για άλλη μια φορά και φυλακίστηκε για δυο εβδομάδες. Αφού απελευθερώθηκε, συνέχισε την έντονη δράση της και άρχισε να περιοδεύει και να δίνει διαλέξεις σε διάφορες χώρες, μεταξύ των οποίων το Βέλγιο, η Ολλανδία και η Αγγλία. Στις 9 Μαρτίου του 1883, βρέθηκε επικεφαλής μιας μεγάλης διαδήλωσης στην πόλη του Παρισιού, κατά τη διάρκεια της οποίας κάποιος κόσμος άρπαξε καρβέλια ψωμιού από αρτοποιεία. Η αστυνομία υπέδειξε τη Λουίζ Μισέλ ως υπεύθυνη για τις «λεηλασίες» και άρχισε να την καταδιώκει. Παραδόθηκε σχεδόν ένα μήνα μετά και καταδικάστηκε εκ νέου σε έξι χρόνια φυλάκιση. Το Δεκέμβρη του 1884, μετά από έντονες πιέσεις που άσκησε, πήρε την άδεια να μετακινηθεί κοντά στην άρρωστη μητέρα της (που ήταν πλέον παράλυτη), η οποία πέθανε ένα μήνα αργότερα. Τελικά, τον Ιανουάριο του 1886, της δόθηκε χάρη και αποφυλακίστηκε σε ηλικία 56 ετών.


Η απόπειρα κατά της ζωής της και τα τελευταία χρόνια


Τα επόμενα πέντε χρόνια, τα πέρασε μεταξύ συγκεντρώσεων, συνεδρίων και φυλακής. Δύο χρόνια μετά την αποφυλάκισή της, το 1888, δέχθηκε δολοφονική επίθεση με πυροβολισμούς από έναν βασιλόφρονα που ονομαζόταν Pierre Lucas, κατά τη διάρκεια μιας ομιλίας. Κατά τη δίκη που ακολούθησε, η Λουίζ Μισέλ υπερασπίστηκε τον επίδοξο δολοφόνο της, υποστηρίζοντας ότι αυτός «παραπλανήθηκε από μια κακή κοινωνία». Το 1890, εγκαταστάθηκε στο Λονδίνο και ήρθε σε επαφή με τους αναρχικούς κύκλους της περιοχής. Άρχισε πάλι να διδάσκει και να δίνει διαλέξεις, ενώ έκανε και δωρεάν μαθήματα γαλλικών. Τα τελευταία δέκα χρόνια της ζωής της ταξίδευε συνεχώς μεταξύ Λονδίνου και Γαλλίας, συμμετέχοντας σε πολιτικές συγκεντρώσεις και συνέδρια. Έκανε περιοδίες σε όλη τη Γαλλία, όπου μιλούσε για τον αναρχισμό και την αναγκαιότητα της Κοινωνικής Επανάστασης. Το 1904, κατά τη διάρκεια μιας περιοδείας στη Νότια Γαλλία, αρρώστησε βαριά. Η μεγάλη αναρχική επαναστάτρια Λουίζ Μισέλ, άφησε την τελευταία της πνοή στις 9 Ιανουαρίου του 1905, στην πόλη της Μασσαλίας. Η κηδεία της αποτέλεσε μια μαζική συγκέντρωση χιλιάδων επαναστατών που κρατούσαν τις κόκκινες σημαίες της ελευθερίας και της επανάστασης.

Πηγές:
1. www.libcom.org
2.  Διεθνές ινστιτούτο κοινωνικής ιστορίας του Άμστερνταμ
3. «Γυναίκες της Αναρχίας», εκδόσεις Πανοπτικόν

Δείτε: Louise Michel - La Rebelle [Ελληνικοί Υπότιτλοι]